Σα. Απρ 20th, 2024

Πρότερος σύννομος βίος: Αλλαγές με τον νέο Ποινικό Κώδικα

Κοινοποίηση ειδήσεων

Γράφει ο Βασίλης Λουζιώτης

Στον Νέο Ποινικό Κώδικα (Ν.4619/2019) στο άρθρο 84 παρ. 2α αντικαταστάθηκε η έννοια του «πρότερου έντιμου βίου» με αυτήν του «πρότερου σύννομου βίου» επιφέροντας ριζική αλλαγή στο πεδίο εφαρμογής ενός ελαφρυντικού που προβάλλεται με μεγάλη συχνότητα στην ελληνική ποινική δίκη. 

 Η ξεθωριασμένη, αόριστη νομική έννοια του «έντιμου βίου» ως τώρα εξωθούσε τα δικαστήρια στη χώρα μας να την εξειδικεύουν αλλά και να προσαρμόζονται στην κοινωνική εξέλιξη γύρω από μια έννοια μεταβαλλόμενη ανά χρόνο και τόπο. Έτσι, λοιπόν, μια προσδιορισμένη από τον νομοθέτη έννοια αντικατέστησε μια άλλη εμφανώς απροσδιόριστη.

 Υπό το καθεστώς του παλαιού Ποινικού Κώδικα για την αναγνώριση του ελαφρυντικού του «πρότερου έντιμου βίου» ο κατηγορούμενος όφειλε να αποδείξει στο δικαστήριο κατά το στάδιο της συζήτησης για την ενοχή του ή μετά την απόφαση για αυτή πως πέραν από καθαρό ποινικό μητρώο διατηρούσε μια θετικά προσκείμενη στην κοινωνία στάση ζωής. Έπρεπε να επικαλεστεί και να αποδείξει συγκεκριμένα περιστατικά που επιβεβαίωναν την τήρηση μιας θετικής-έντιμης στάσης ζωής προς τα έννομα αγαθά των άλλων, ώστε η τέλεση του υπό κρίση εγκλήματος να θεωρηθεί παραφωνία σε σχέση με το πως ζούσε ο κατηγορούμενος πριν την τέλεση του.

 Σύμφωνα με την νομολογία του Αρείου Πάγου(ΑΠ 249/2009), έπρεπε από συγκεκριμένα περιστατικά στους τομείς της ατομικής, οικογενειακής, προσωπικής, επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής να προκύπτει ωφέλιμο για την κοινωνία αποτέλεσμα. Κατά τον προϊσχύσαντα Ποινικό Κώδικα, η επίκληση λευκού ποινικού μητρώου ως ένδειξη «έντιμου βίου» δε θεωρούταν αρκετή για τη θεμελίωση του ελαφρυντικού, αφού δεν αρκούσε μια παθητική στάση ζωής αλλά η απόδειξη μιας στάσης ζωής σύμφωνης με τα σύγχρονα πρότυπα.

 Η νομολογιακή αυτή θέση δεν ήταν ορθή, αφού η εξειδίκευση του έντιμου βίου πραγματοποιούταν βάσει κοινωνικών στερεοτύπων περί ηθικής και ταξικών αντιλήψεων. Η σχετική τροποποίηση ήταν αναγκαία, όπως προκύπτει και από την αιτιολογική έκθεση του Νέου Ποινικού Κώδικα: «ο πολίτης είναι ελεύθερος να διάγει τον βίο που επιθυμεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος (δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας) αρκεί να μην παραβιάζει τους επιτακτικούς και απαγορευτικούς κανόνες της πολιτείας, ενώ κατά το άρθρο 9 παρ. 1α είναι ανεπίτρεπτο να ελέγχεται η κατά το Σύνταγμα απαραβίαστη προηγούμενη προσωπική ζωή».

 Σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ.1 ΠΚ το πλαίσιο της απειλούμενης στον νόμο ποινής μειώνεται, όταν συντρέχει κάποια ελαφρυντική περίσταση. Μία από τις περιστάσεις αυτές είναι «ότι ο υπαίτιος έζησε σύννομα ως τον χρόνο που έγινε το έγκλημα, περίσταση που δεν αποκλείεται από μόνη την προηγούμενη καταδίκη για ελαφρύ πλημμέλημα» .Το ελαφρυντικό αυτό συντρέχει, όταν η αξιόποινη πράξη για την οποία κατηγορείται αποτελεί παραφωνία σε σχέση με την προηγούμενη σύμφωνη με τους νόμους ζωή του κατηγορουμένου.

 Ο κατηγορούμενος καλείται να αποδείξει ότι στην προηγούμενη ζωή του δεν παραβίαζε επιτακτικούς και απαγορευτικούς κανόνες της έννομης τάξης σεβόμενος τα έννομα αγαθά εντός αυτής. Θα εξεταστεί αν ο δράστης διέπραξε εγκλήματα (απαγορευτικοί κανόνες) στο παρελθόν, δηλαδή αν παραβίασε κανόνες που είναι κατεξοχήν κατάλληλοι να αποδείξουν πότε κάποιος δεν σέβεται τα έννομα αγαθά. Τα πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς στο νέο 84 παρ. 2α ΠΚ τα θέτει ο νόμος και όχι η ηθική και οι αντιλήψεις της κοινωνίας για το «έντιμο», άρα η σχετική κρίση θα λαμβάνει χώρα πλέον αποχρωματισμένη από στοιχεία κοινωνικής ηθικής. Το σύννομο ή μη θα κριθεί παράλληλα και με βάση τη συμμόρφωση του ατόμου στους επιτακτικούς κανόνες της έννομης τάξης που δεν αποτελούν ποινικούς νόμους, αλλά θεμελιώδεις κανόνες και αρχές αυτής. Η τέλεση πολλών και σημαντικών αδικοπραξιών, η πρόδηλα αντισυμβατική συμπεριφορά, η βαριά παραβίαση υποχρεώσεων που απορρέουν από οικογενειακού δικαίου σχέσεις και η παραβίαση γενικών προτύπων επιμέλειας που θέτει η έννομη τάξη είναι μερικές από τις περιπτώσεις που μπορεί κατά περίπτωση να καθιστούν τον πρότερο βίο μη σύννομο και να αποκλείουν την δυνατότητα εφαρμογής του ελαφρυντικού. Η παραβίαση επιτακτικών, αναγκαστικών κανόνων της έννομης τάξης,  παρόλο που δεν αγγίζει τα όρια του εγκλήματος δύναται να καταδείξει περίτρανα πότε κάποιος αδιαφορεί για τα έννομα αγαθά.

 Μάλιστα, ο ίδιος ο νομοθέτης τονίζει ρητά πως η καταδίκη για ελαφρύ πλημμέλημα δεν επηρεάζει τη σχετική κρίση. Γίνεται φανερό, πως το σύννομο δε θα κριθεί με βάση τυπολατρίες και ότι η καταδίκη για ήσσονος βαρύτητας έγκλημα δεν αποκλείει από μόνη της τον σύννομο βίο. Αντίθετα, η ύπαρξη περισσότερων καταδικαστικών αποφάσεων για ελαφριά πλημμελήματα μπορεί κατά περίπτωση να αποδεικνύει μια ροπή εγκληματικότητας του κατηγορουμένου και έναν πρότερο βίο έντονης παραβατικότητας.Έτσι, ένας «μικροαπατεώνας» που έχει τελέσει πολλές πλημμεληματικές άπατες ή κλοπές μικρής βαρύτητας μπορεί να θεωρηθεί πως δεν έζησε σύννομα, αφού επέδειξε επανειλημμένα επιθετικότητα απέναντι σε συγκεκριμένο έννομο αγαθό.

 Συμπεραίνουμε, λοιπόν, πως η καταδίκη για ποινικό αδίκημα πλην ελαφρού πλημμελήματος , η παραβίαση επιτακτικών κανόνων της έννομης τάξης και η διάπραξη «μικροεγκλημάτων» που υποδεικνύουν, ωστόσο, εγκληματική ροπή αποκλείουν τον σύννομο βίο σε ορισμένες περιπτώσεις δείχνοντας έλλειψη σεβασμού για τα αγαθά του κοινωνικού συνόλου.

 Με βάση το προηγούμενο δίκαιο ένας σύζυγος που ήταν αλκοολικός, μοιχός, χαρτοπαίκτης, αδιάφορος πατέρας μπορούσε υπό προϋποθέσεις να θεωρηθεί ότι δεν ζούσε έντιμο βίο με κριτήριο τα πρότυπα ηθικής, ενώ σήμερα αυτό θα κριθεί αποκλειστικά με βάση την παράβαση επιτακτικών υποχρεώσεων, όπως αυτή της διατροφής προς τα τέκνα του.

 Στο σημείο αυτό, καθίσταται σαφές ότι υπό το ισχύον καθεστώς η ύπαρξη λευκού ποινικού μητρώου αποκτά εξέχουσα σημασία, σε αντίθεση με το προγενέστερο καθεστώς με βάση το οποίο η απλή επίκληση της λευκότητάς αυτού δεν επαρκούσε για τη χορήγηση του ελαφρυντικού. Συνιστά, δηλαδή, ένα μαχητό τεκμήριο αξιολόγησης με αυξημένη αποδεικτική ισχύ, όχι όμως και το μοναδικό, αποφασιστικό κριτήριο. Άλλωστε, αν ο νομοθέτης πίστευε κάτι τέτοιο, θα παρέπεμπε ρητά σε αυτό στο άρθρο 84 ΠΚ. Εξάλλου, πολλές φορές το μητρώο παραμένει λευκό παρά την τέλεση εγκλήματος, όπως στις περιπτώσεις της παραγραφής, έλλειψης έγκλησης, εκκρεμών δικών, ύπαρξης μη αμετάκλητων καταδικαστικών αποφάσεων κά.

 Συμπερασματικά, το ποινικό μητρώο δείχνει από τη μία το αν ο κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί στο παρελθόν, από την άλλη, όμως, η κρίση για το «σύννομο» πρέπει να γίνεται με βάση την συνολική στάση του κατηγορούμενου απέναντι στα έννομα αγαθά (ακόμα και όταν δεν έχει λάβει χώρα δικαστική κρίση όπως στις προαναφερθείσες περιπτώσεις) και να μην καθορίζεται αποκλειστικά από αυτό.

Ο ποινικός νομοθέτης καθιέρωσε το ελαφρυντικό του προτέρου σύννομου βίου αντιλαμβανόμενος ότι σε ένα κράτος δικαίου ο πολίτης δεν πρέπει να κρίνεται με βάση τις ελεύθερες επιλογές της ζωής του (ηθικές ή ανήθικες) και τον αυτοκαθορισμό του, αλλά με βάση την στάση του απέναντι στους νόμους που θέτουν τα άκρα όρια ελεύθερων επιλογών και οριοθετούν την κοινωνική συμβίωση.

Ο Βασίλης Λουζιώτης με καταγωγή από την Κόρινθο είναι τριτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του έχει παρακολουθήσει αρκετά επιστημονικά συνέδρια και έχει πάρει μέρος  σε προσομοιώσεις διεθνών οργανισμών και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης .Τον ενδιαφέρουν έντονα νομικά ζητήματα γύρω από το ποινικό και το αστικό δίκαιο .Η αρθογραφία είναι ένα καινούργιο εγχείρημα και προσδοκά μέσα από αυτό την ανταλλαγή απόψεων και την γόνιμη συζήτηση.

pollsandpolitics.gr