Σα. Απρ 20th, 2024

Το Ιουστινιάνειο Τείχος με μήκος 7.5 χιλιόμετρα από τις ακτές του Σαρωνικού ως τον Κορινθιακό κόλπο για την προστασία και άμυνα της Πελοποννήσου (φώτο)

Κοινοποίηση ειδήσεων

Τα “Εξαμίλια” ήταν μια από τις πιο σημαντικές οχυρώσεις του Ελλαδικού χώρου. Σήμερα σώζονται λίγα τμήματα διάσπαρτα.

Το Ιουστινιάνειο Τείχος γνωστό ως “Εξαμίλιο” εκτεινόταν κατά μήκος του Ισθμού από τις ακτές του Σαρωνικού ως τον Κορινθιακό κόλπο, αποτελώντας ένα από τα μεγαλύτερα οχυρωματικά έργα για την προστασία και άμυνα της Πελοποννήσου από βαρβαρικές επιδρομές.

Η σημερινή μνημειακή μορφή του τείχους με τους 67 καταμετρημένους πύργους και το προσαρτημένο σε αυτό φρούριο στα Ίσθμια οφείλεται κυρίως στην ανοικοδόμηση από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό και εν μέρει στις επισκευές του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου.

Η συνεχής χρήση του Ιουστινιάνειου τείχους για διάστημα μεγαλύτερο των 1.000 ετών αποδεικνύει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που επεδείχθη για την προστασία και έλεγχο της Πελοποννήσου.

Ιστορία
Οι οικοδομικές φάσεις ανοικοδόμησης και επισκευών, που πραγματοποιήθηκαν αποτελούν μαρτυρία της μακραίωνης ιστορίας του τείχους.

Η πρώτη κατασκευή του τείχους έγινε από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ (408-451μ.Χ., o ίδιος που έκτισε τα τείχη της Κωνσταντινούπολης). Αφορμή για την ανάληψη ενός τόσο εκτεταμένου οχυρωματικού έργου ήταν οι επιδρομές του Αλάριχου του οποίου η παρουσία και οι καταστροφές στα γειτονικά Ίσθμια είναι αρχαιολογικά επιβεβαιωμένες.
Στο πρώτο μισό του 6ου αιώνα, σεισμοί προκάλεσαν καταστροφή και εξασθένηση του τείχους. Ανάμεσα στα έτη 548-560μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός μερίμνησε για την ανοικοδόμηση του τείχους που εντάσσεται στο γενικότερο ενδιαφέρον που επέδειξε για την οχύρωση πολλών πόλεων της αυτοκρατορίας, όπως παραδίδει ο Προκόπιος στο έργο του “Περί κτισμάτων”.

Κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο, λίγα στοιχεία δείχνουν ότι το τείχος χρησιμοποιήθηκε για άμυνα απέναντι σε εισβολείς από τον Βορρά. Ούτε κατά τη Φραγκοκρατία φαίνεται ότι δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην ενίσχυση της οχύρωσης.

Τον ύστερο 14ο αιώνα, η απειλητική παρουσία των Τούρκων καθιστούσε αναγκαία την ανοικοδόμηση του τείχους. Το 1395, η ιδιοκτησία της περιοχής Κορίνθου πέρασε στον Θεόδωρο Παλαιολόγο, Δεσπότη του Μυστρά, σύμφωνα με τη διαθήκη του πεθερού του Νέριο Α’ Ατσαγιόλι, Δούκα των Αθηνών. Η διαθήκη αμφισβητήθηκε έντονα από τους Φράγκους ηγεμόνες της εποχής (τον Τόκκο συγκεκριμένα) αλλά μέσα στο χάος που επικρατούσε εκείνη την εποχή με τις επιδρομές των Τούρκων, η Κόρινθος αποδόθηκε τελικά στο Δεσποτάτο, μαζί και τα Εξαμίλια που τα διαχειρίζονταν μέχρι τότε οι Ενετοί..
Ο Δεσπότης Θεόδωρος Α΄ Παλαιολόγος ήταν ο πρώτος που σχεδίασε τη νέα οχύρωση χωρίς ωστόσο να προλάβει να την πραγματοποιήσει.

Η επισκευή έγινε τελικά από τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο, ο οποίος επέβλεψε προσωπικά τις εργασίες που ολοκληρώθηκαν το 1415, μέσα σε 25 μέρες.

To αποτέλεσμα ήταν ένα επιβλητικό και ισχυρό κάστρο που δυσκόλεψε αρκετά τους Τούρκους αλλά τελικά δεν μπόρεσε να αντέξει στα κανόνια τους.

Το 1423, οι Τούρκοι με επικεφαλής τον Τουραχάν εισβάλουν και καταστρέφουν το Εξαμίλιο. Το 1443, ο δεσπότης και μελλοντικός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος ανοικοδόμησε το τείχος. Τρία χρόνια αργότερα, το 1446, το τείχος υποχώρησε στους βομβαρδισμούς των Τούρκων υπό τον σουλτάνο Μουράτ Β΄ και κυριεύτηκε χάρη και στην επιμονή του Τουραχάν που συμβούλεψε τον σουλτάνο να μην αποθαρρυνθεί από την αντίσταση που συνάντησε στο Εξαμίλιο. Το 1452 ο σουλτάνος Μεχμέτ Β΄ έστειλε τον γηραιό Τουραχάν, ξανά, που πέρασε το Εξαμίλιο για άλλη μια φορά παρά την γενναία και τελευταία άμυνα του τείχους από τους Βυζαντινούς.

Όταν ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής πέρασε τον Ισθμό για την οριστική κατάκτηση της Πελοποννήσου (το 1458 και το 1460) δεν υπήρχε στο Εξαμίλιο ούτε τείχος ούτε στρατός για να τον σταματήσει. Κατά το β΄ μισό του 15ου αιώνα οι Βενετοί επισκεύασαν το τείχος με πρόχειρα και ευτελή υλικά.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το διίσθμιο τείχος μήκους 7.500μ. και πλάτους 3,00μ. ενισχύεται με τετράπλευρους πύργους οι οποίοι εξέχουν της τειχογραμμής κατά ίσα περίπου μεσοδιαστήματα. Έχει θεμελιωθεί απ’ ευθείας επί του φυσικού βράχου και ακολουθεί την φυσική διαμόρφωση του εδάφους.

Στην εξωτερική όψη έχουν χρησιμοποιηθεί λαξευτοί δόμοι από κορινθιακό ψαμμίτη. Μερικοί από τους δόμους που βρέθηκαν στην ανασκαφή του τείχους και φέρουν κυμάτια, γλυφές, αναθυρώσεις και τόρμους συνδέσμων προέρχονται πιθανότατα από το γειτονικό ιερό του Ισθμίου Ποσειδώνα. Επίσης χρησιμοποιήθηκαν και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη όπως βάσεις, σπόνδυλοι, κορμοί κιόνων, τμήματα επιστυλίων με κοιλόκυρτα κυμάτια, τμήματα γείσων με γεισίποδες, πλάκα με μεγαλογράμματη λατινική γραφή.

Αμελή τοιχοποιία παρουσιάζει η εσωτερική πλευρά, επιχρισμένη με κονίαμα που φέρει διακοσμητικά μυστρίσματα όπως : διπλές γραμμές σε οριζόντια, κάθετη ή διαγώνια διάταξη, τρίγωνα, εμπίεστοι κύκλοι, ιχθυάκανθα.

Ο ενδιάμεσος πυρήνας αποτελείται από λίθους και κονίαμα. Οι πύργοι είναι δομημένοι από άρτια λαξευμένους πωρόλιθους με ισοδομικό κατά το πλείστον σύστημα.

Η σημερινή μορφή του τείχους παρουσιάζει στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον ιουστινιάνειο τρόπο δόμησης : 1) άφθονη χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού, 2) τοποθέτηση πλίνθων, μικρών λίθων και ισχυρού κονιάματος στους αρμούς, 3) χάραξη μιστρισμάτων στο κονίαμα, 4) εφαρμογή της “εμπλέκτου” τεχνικής, που συνίσταται από εγκάρσια τοποθετημένους δόμους που συνδέουν την όψη του τείχους με τον πυρήνα, παρεμποδίζοντας αποσπάσεις και καταρρεύσεις.