Πε. Νοέ 7th, 2024

Τροία & Σμύρνη – Κοινός πόνος

Κοινοποίηση ειδήσεων

Φεύγειν μεν ούν χρη

πόλεμον όστις εύ φρονείν

Τρωάδες, στ.400

Μία εξαιρετική θεατρική παράσταση με το έργο του Ευριπίδη «Τρωάδες», στο πλαίσιο εκδηλώσεων για το έτος του Ευριπίδη, πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022, στο προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Άνω Διμηνιού, με άδεια του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτη κ.κ. Διονυσίου για τη χρήση του χώρου, μετά από σχετικό αίτημα του αιδεσιμότατου πατρός Θεοφάνους Αιβαλιώτη, του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, του πολιτιστικού Συλλόγου «Νεφέλη», της «Σικυώνιας σκηνής».

Εικ.1 Τρωάδες, Σικυώνια σκηνή, 10.09.2022

Το έργο του Ευριπίδη (Τρωάδες) είναι ένα μοναδικό δράμα για τον πόνο που φέρνει ο πόλεμος στους ανθρώπους, συγχρόνως υπήρξε προπομπός για την καταστροφή στη Μ. Ασία, 2,5 χιλιάδες χρόνια μετά από το κείμενο του Ευριπίδη (415 π.Χ.) και 3,2 χιλιάδες χρόνια περίπου μετά από το γεγονός που συνέβη στην Τροία, με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, με ξεριζωμένους και ανέστιους πρόσφυγες και την οριστική απώλεια των επί χιλιάδες χρόνια ελληνικών πατρίδων.Και οι δύο αυτοί περίοδοι ως γεγονότα πολέμων έχουν αντίστοιχο ιστορικό φορτίο. Μεταφέρουν τη δύναμη του κακού, τη μανία του ανθρώπινου πάθους, την ακολασία, τη σκληρότητα,την θηριοδία, τη μικρόνοια, την υπεροψία, τον όλεθρο, την καταστροφή, τον ξεχωρισμό των ανθρώπων.

1) Τόπος: Σμύρνη Μ. Ασίας

Χρόνος: Σεπτέμβριος 1922 μ.Χ.

Χιλιάδες άνθρωποι στοιβαγμένοι στα μουράγια και στις μαούνες, έχοντας πίσω το τσεκούρι και τη φωτιά, περίμεναν κάποιο πλεούμενο να φύγουν – αν ήταν τυχεροί – και να φθάσουν στα πλοία των συμμάχων, αλλά και εκείνοι τους πέταγαν στη θάλασσα, τους έριχναν ζεστό νερό, ή τους έκοβαν τα χέρια για να μην πιαστούν στις κουπαστές. Ο στόλος των χριστιανικών πολεμικών πλοίων παρακολουθούσε αδιάφορα και άπρακτα την κατάσταση, την τελευταία μεγάλη σκηνή της τραγωδίας των Χριστιανών της Τουρκίας, για την οποίαν ήταν υπεύθυνες οι κυβερνήσεις τους.

Εικ.2 Η Σμύρνη καίγεται, Σεπτέμβριος 1922

Όλη η γη της πυρπολημένης Σμύρνης ήταν ποτισμένη με αίμα. Όλοι οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με σωρούς από πτώματα. Το ίδιο και η θάλασσα που πάνω της χιλιάδες κουφάρια ανθρώπων επέπλεαν. Κυνηγημένοι οι Έλληνες και οι Αρμένιοι τραβούσαν προς την πλατιά και επιμήκη προκυμαία, μήπως γλυτώσουν. Καλύτερα να πέθαινες παρά να σε έπιαναν αιχμάλωτο. Ο θάνατος από βασανιστήρια , οι σφαγές, οι βιασμοί από τους Τσέτες με τα ζωώδη ένστικτα, περίμενε όσους αιχμαλωτιζόντουσαν, ήταν η κοινή μοίρα των Ελλήνων. Πολλοί αιχμάλωτοι, νέοι σε ηλικία, τελείωσαν τη ζωή τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Τούρκων εργαζόμενοι επί ώρες στο λιοπύρι και στο κρύο με ελάχιστη τροφή και νερό. Ήταν ένα σχεδιασμένο έγκλημα από τους Τούρκους συνειδητής γενοκτονίας των μειονοτικών πληθυσμών στη διαλυμένη Οθωμανική αυτοκρατορία ακολουθώντας συστάσεις και τα πρότυπα των Γερμανών συμβούλων. Όσοι μπόρεσαν να γλυτώσουν από τους Τούρκους, για αυτούς άρχισε το μεγάλο ταξίδι της προσφυγιάς, κουβαλώντας μαζί τους τον ατελείωτο θρήνο, σε νέους τόπους σε νέες πατρίδες και αρκετές φορές σε άξενο περιβάλλον.

Εικ.3 Η Σμύρνη καίγεται, Σεπτέμβριος 1922

Το μέγεθος της καταστροφής, της φρίκης και του ασύλληπτου παραλογισμού που επικράτησε περιγράφεται σε ένα κείμενο που έγραψε ο πρόξενος της Αμερικής Γεώργιος Χόρτον στο «Η κατάρα της Ασίας» (1926) για τις σφαγές των Ελλήνων από τους Τούρκους:

«Ένα από τα δυνατότερα συναισθήματα που πήρα μαζί μου από τη Σμύρνη, ήταν το συναίσθημα της ντροπής, διότι άνηκα στο ανθρώπινο γένος».

2) Τόπος: Τροία Τρωάδας – Μυσίας

Χρόνος: 1190 π.Χ. (περίπου)

Τα ίδια συναισθήματα μας μεταδίδει και ο μεγάλος τραγικός ποιητής Ευριπίδης με το έργο του «Τρωάδες» ή Τρωαδίτισσες σκλάβες, γυναίκες της Τροίας, όπως παρουσιάστηκε το 415 π.Χ. ως τρίτο έργο τριλογίας με τα δύο πρώτα, «Αλέξανδρος», «Παλαμήδης» και το σατυρικό δράμα «Σίσυφος». Η Τροία, ο Τρωικός πόλεμος και οι Τρώες, οι ηττημένοι του πολέμου, ήταν ο προσφιλής τόπος και πηγή έμπνευσης για τον ποιητή. Ήδη είχε παρουσιάσει την «Εκάβη», την τραγωδία της σκλαβιάς, πριν 10 χρόνια ως έργο μιας άγνωστης τριλογίας.

Είναι ένα έργο γεμάτο από φόνους, σκλαβιά και καταστροφές το οποίο αναφέρεται στο πάρσιμο και στο κούρσεμα της Τροίας περίπου το 1200 π.Χ. Είναι τεράστιος και αξεπέραστος ο πόνος που φέρνει ο πόλεμος στους ανθρώπους. Ο προπηλακισμός και ο εξευτελισμός των ηττημένων είναι η τραγωδία του πολέμου.

Εικ.4 Η πτώση της Τροίας, Daniel van Heil, Private Collection

Το έργο αφορά στις γυναίκες της Τροίας που αιχμάλωτες ετοιμάζονται να αποχωρήσουν αναγκαστικά από τις εστίες τους, από τις πατρογονικές σε νέες άξενες πατρίδες. Η Εκάβη, βασίλισσα, σύζυγος του Πριάμου, μητέρα πολλών τέκνων, σέρνεται αιχμάλωτη και δούλη από τους Αχαιούς στην Ελλάδα μαζί με τις άλλες γυναίκες μετά την πυρπόλυση της Τροίας. Το μοίρασμα των αιχμαλώτων στους νικητές, η αρπαγή του πλούτου, η δήωση του τόπου είναι ένα συνεχές έγκλημα που επαναλαμβάνεται συνεχώς στις μέρες μας.

Οι ηττημένοι και ξεριζωμένοι της Τρωάδας είναι μια προχριστιανική Σταύρωση όπου ο πόνος και ο σπαραγμός, ο θρήνος και ο κοπετός γίνεται κραυγή. Η ήττα είναι συνυφασμένη με την ορφάνια, τη σκλαβιά, την εξορία, την αναλγησία και το έγκλημα.

Εικ.5 Ο εμπρησμός της Τροίας, Keuninck (Coninck) Kerstiaen de, Hermitage Museum

Όταν ο Ευριπίδης το 415 π.Χ. ανέβασε τις Τρωάδες είχε προηγηθεί η σφαγή των γυναικόπαιδων της Τορώνης στη Χαλκιδική το 422 π.Χ. και της Σκυώνης στη Χαλκιδική το 421 π.Χ. ο εξανδραποδισμός των ουδετέρων Μηλίων το 416 π.Χ. από τους Αθηναίους (Οι δε Αθηναίοι απέκτειναν Μηλίων όσους ηβώντας έλαβον παίδας δε και γυναίκας ηνδραπόδισαν – Θουκιδίδης V. 116). Με εικόνα το Ίλιον και με αφορμή και πηγή τον Τρωικό πόλεμο ο ποιητής παρουσίασε τα εγκλήματα των Αθηναίων στον Πελοποννησιακό πόλεμο που ήδη είχε αρχίσει και δεχόντουσαν τις συνέπειες του πολέμου. Συγχρόνως, προέβλεψε προφητικά τη πανωλεθρία που θα πάθαιναν οι Αθηναίοι κατά την εκστρατεία στην Σικελία, της οποίας η απόφαση για αυτήν ελήφθη από την εκκλησία του δήμου την ίδια χρονιά το 415 π.Χ. και όπως πράγματι συνέβη μετά δύο χρόνια και αναφέρεται στον Θουκιδίδη (VII, 71).

3) Η προσευχή της Εκάβης

Το προαύλιο με ιδανικό σκηνικό τον ναό, την ιερότητα του χώρου, αποτελεί μοναδικό τόπο για την παράσταση. Συνειρμικά,λόγω περιβάλοντος, έρχεται στο νου ένα ιδιαίτερο στοιχείο του έργου η λεγόμενη προσευχή της Εκάβης στο στίχο 884, την οποία παραθέτω και στην οποία παρουσιάζεται μία καινούργια έννοια του θεού στον οποίον προσεύχεται και όχι στον μέχρι τότε Δία του μύθου:

«Συ που βαστάς την γη και είσαι θρονιασμένος επάνω στην γη, όποιος και αν είσαι, δύσκολος να σε γνωρίσουμε, Δία, είτε είσαι νόμος της φύσης είτε λογικό των ανθρώπων, σ΄εσένα  προσευχήθηκα: γιατί προχωρώντας αθόρυβα οδηγείς την τύχη των ανθρώπων σύμφωνα με την δικαιοσύνη». (Albin Lesky, σ. 537).

Εικ.6 Τρωάδες, Σικυώνια σκηνή, 10.09.2022

Η Εκάβη αναδύεται από την άβυσσο της απόγνωσης και εκφράζει την ελπίδα της με την πιο παράδοξη προσευχή που υπάρχει στην ελληνική τραγωδία. Η ίδια προσεύχεται σε αυτή τη δύναμη επειδή πιστεύει ότι η δύναμη αυτή οδηγεί δίκαια τους ανθρώπους με αθόρυβο τρόπο, με την ελπίδα ότι θα αποκατασταθεί η δικαιοσύνη κατά του προσώπου της Ελένης. Και μέσα από τη προσευχή φαίνεται και ο προσωπικός προβληματισμός του Ευριπίδη, η αναζήτηση και ο αγώνας για τον ορισμό της έννοιας του θεού. Απευθύνεται στον Δία ο οποίος φέρει την γη και πάνω σε αυτή έχει τον θρόνο του ως μία ανεξιχνίαστη δύναμη η οποία έχει ψηλαφιστεί νωρίτερα το 458 π.Χ.από τον Αισχύλο στο έργο του με τίτλο «Αγαμέμνων», στην τριλογία με τίτλο  «Ορέστεια», από τον χορό των Γερόντων στον στίχο 160 ως επικλητικός ύμνος στον Δία:

«Ζεύς, όποιος και αν είναι, αν του αρέσει με τόνομα αυτό να τον φωνάζουν, μ΄αυτό τον προσφονώ. Το κάθε τι ζυγίζω με τη σκέψη μου κι΄όμως, εξόν από τη θέληση του Διός,…»(Μετ. Καλ. Ελλεοπούλου, σ.33)

Και εδώ στον Αισχύλο ο θεός έχει εξελιχθεί από τον ομηρικό πατέρα των θεών και των ανθρώπων σε θεό εγγυητή της λογικής τάξης του κόσμου.

Αυτή η αναζήτηση για το θείο του ανθρωπίνου πνεύματος με πρωτοπόρους τους Έλληνες φιλοσόφους και τους τραγικούς ποιητές βρήκε τη βεβαιότητα και ολοκληρώθηκε εξ’ αποκαλύψεως με την έλευση και τη μαρτυρική θυσία του Υιού και Λόγου του Θεού 450 χρόνια αργότερα. Χαρακτηριστικά αναφέρω τον ύμνο- προσευχή που ψάλλεται την ημέρα της Πεντηκοστής. Η προσευχή αυτή με προσφώνηση και αναφορά στο Άγιο Πνεύμα  και στον Τριαδικό Θεό ως πηγή ζωής και δωρεά κάθε αγαθού, είναι μια συνεχής επίκληση και διαρκής ελπίδα για εκπλήρωση και δικαιοσύνη και η οποία έχει τους στίχους:

Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε,
τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,
ὁ πανταχοῦ παρών, καὶ τὰ πάντα πληρῶν,
ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, καὶ ζωῆς χορηγός,
ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν,
καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος,
καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Με την προσευχή αυτή διατυπώνονται αλήθειες μοναδικές και αξεπέραστες του Δόγματος που οδηγούν στη σωτηρία της ψυχής μας.

4) Η προσέγγιση της Σικυώνιας Σκηνής

Οι ανωτέρω σκέψεις δεν αποτελούν κριτική στο έργο και στην παρουσίαση, απλώς πρέπει να αναφερθεί η εξαιρετική παράσταση στο συνολό της. Ο έμπειρος σκηνοθέτης κος Καρβουτζής βαθύς γνώστης των δυσκολιών του έργου, ενός ιδιότυπου Ευριπίδειου έργου, αξιοποίησε πλήρως την ιερότητα του χώρου και τους ηθοποιούς που διέθετε. Ακολούθησε τη φωνή του κειμένου παρουσιάζοντας τα γεγονότα και υπογραμίζοντας το λόγο υπό μορφή καταγγελίας ή επιχειρηματολογίας. Απομόνωσε την παράσταση από κάθε πλεονασμό και μελοδραματισμό και αποδόθηκε ο λόγος με χρώμα και ένταση που επιβάλλει το κείμενο. Πάνω σε αυτή τη γραμμή κινήθηκαν επιτυχημένα όλοι οι ηθοποιοί, με το ύφος της παράστασης να εκφράζεται αντίστοιχα από τον εσωτερικό κόσμο του καθενός που σύμπασχε με το δράμα. Ο χορός των αιχμαλώτων γυναικών κινήθηκε επιδέξια στη σκηνή με μέτρο, πιστοποιώντας ότι τα χορικά του έργου είναι κύριος πυρήνας αυτού. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στη κα Λίζα Αναγνωστοπούλου, την Εκάβη, την χαροκαμένη μάνα για την οποία δεν υπάρχει πόνος της γης που να μην την άγγιξε. Άλλοτε, ο πόνος την στέγνωνε, γινόταν πέτρα και δεν είχε τη δύναμη να κλάψει, άλλοτε ξεχυνόταν στη σκηνή με σπαραγμό που μεταφερόταν στους θεατές, όπου ο καθένας ζούσε τη τραγωδία της Εκάβης. Ταίριαζε απόλυτα στο ρόλο ο οποίος την ήθελε άλλοτε κουρασμένη, χωρίς όμως να την εγκαταλείπει η καθαρή σκέψη και άλλες φορές θαρραλέα με ορατή την ηθική υπεροχή της και τη ρεαλιστική αποδοχή της πραγματικότητας. Ήταν η ίδια μια συνεχής έκπληξη για το δυναμισμό και τη δυνατότητα προσαρμογής της, ήταν η ίδια η Εκάβη του Ευριπίδη.

Το έργο αυτό λόγω του αντιπολεμικού χαρακτήρα που διαθέτει είναι διαχρονικό και στην εποχή μας επίκαιρο, ως εκ τούτου πρέπει να παρουσιαστεί πολλές φορές από τη Σικυώνια Σκηνή στο προαύλιο των ιερών ναών και με σκηνικό εκεί όπου διακονείται η Αγάπη, η Ειρήνη, η Ισότητα και η Συνύπαρξη.

Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου

Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.

Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.