Δε. Μάι 6th, 2024

Αγία Ευφημία: Tα φρικτά μαρτύρια και το άφθαρτο σκήνωμά της – Η εμφάνιση της στο κελί του Γέροντα Παίσιου

Κοινοποίηση ειδήσεων
Ὑπὲρ Θεοῦ κτανθεῖσαν ἄρκτου ταῖς μύλαις,
Εὐφημίαις σε χρὴ στέφειν Εὐφημία.
Τῇ ἐκκαιδεκάτῃ Εὐφημίαν ἔκτανεν ἄρκτος.
Βιογραφία
Η Αγία Ευφημία έζησε και μαρτύρησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού.

Γεννήθηκε στη Χαλκηδόνα από οικογένεια θεοσεβή και ευγενική. Οι γονείς της Ψιλόφρων και Θεοδωριανή φρόντισαν ώστε η Θυγατέρα τους να αναπτύξει κάθε χριστιανική αρετή. Η Ευφημία εξελίχθηκε σε άνθρωπο με σπάνια χαρίσματα και δυνατό χριστιανικό φρόνημα, το οποίο επέδειξε όταν ο ειδωλολάτρης ανθύπατος της Μικράς Ασίας Πρίσκος διέταξε να παρευρεθούν όλοι οι κάτοικοι της Χαλκηδόνας σε γιορτή, την οποία οργάνωνε προς τιμή του θεού των ειδωλολατρών Άρη. Τότε η Ευφημία αποφάσισε μαζί με άλλους χριστιανούς να απέχει από τη γιορτή των ειδωλολατρών και για το λόγο αυτό συνελήφθη και φυλακίσθηκε.

Κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας της οι εχθροί του Χριστού προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να πείσουν την Αγία να αρνηθεί την πίστη της και να ασπασθεί τα είδωλα. Όταν συνειδητοποίησαν πως η ευφημία δεν επρόκειτο να αλλάξει την πίστη της με τους λόγους, τη βασάνισαν φριχτά. Όμως με τη θεία χάρη, η Αγία δεν έπαθε τίποτα από τα βασανιστήρια. Η Αγία δεν έπαθε τίποτε από τα βασανιστήρια και οι δήμιοι, την έριξαν σε άγρια θηρία, πέντε λιοντάρια και τρεις αρκούδες τα οποία αντί να της επιτεθούν, της φιλούσαν ευλαβικά τα πόδια όμως μία αρκούδα της δάγκωσε το σώμα, δεν σχηματίστηκε πληγή ούτε έτρεξε αίμα αλλά έτσι η αγία παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο, και την ίδια στιγμή έγινε σεισμός που προκάλεσε αναστάτωση και οι γονείς της βρήκαν την ευκαιρία να πάρουν το σώμα της και να το θάψουν με τα χέρια τους κοντά στη Χαλκηδόνα.

Η αγία Ευφημία παρέδωσε το πνεύμα της στίς 16 Σεπτεμβρίου του 303 και την στιγμή εκείνη, φωνή ακούστηκε από τον ουρανό πού έλεγε: «Ἀνελθε πρός τόν στεφανοδότην ἡ τόν καλόν ἀγώνα ἀγωνισαμένη καί τόν δρόμον ἤδη τελέσασα, διά νά λάβης τούς μισθούς καί τάς ἀμοιβάς τῶν κόπων σου…» Ταυτόχρονα έγινε μεγάλος σεισμός και οι κάτοικοι φοβήθηκαν, έφευγαν έξω και βρήκαν την ευκαιρία οι γονείς της Αγίας, πήραν το μαρτυρικό σώμα της και το έθαψαν με τα χέρια τους σ’ ένα τόπο κοντά στην Χαλκηδόνα.
Το Θαύμα της Αγίας Ευφημίας
Αυτήν την ήμερα, στις 11 Ιουλίου, τιμάμε την ανάμνηση του θαύματος που έγινε από την αγία Ευφημία: κατά την εποχή των βασιλέων Μαρκιανού και της Πουλχερίας, συντάχθηκαν δύο τόμοι που περιείχαν τον όρο της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου, που έγινε στη Χαλκηδόνα το 451 παρουσία 630 Θεοφόρων Πατέρων και ήταν ένας των ορθοδόξων και ένας των Μονοφυσιτών.
Για να πάψει λοιπόν η έριδα μεταξύ των δύο πλευρών, αποφασίστηκε να τεθούν και οι δύο τόμοι μέσα στη λάρνακα του Σκηνώματος της αγίας Ευφημίας, για να φανεί ποιον από τους δύο θα δεχτεί η Αγία πράγμα που έκαναν και μετά την αποσφράγιση της λάρνακας, βρέθηκε ο μεν των αιρετικών τόμος στα πόδια της Αγίας πεταμένος, ο δε των ορθοδόξων στο στήθος της.
Η αγία Ευφημία άθλησε στις 16 Σεπτεμβρίου του 303 και το άφθαρτο Σκήνωμα της μεταφέρθηκε από τον τόπο της ταφής της αρχικά στο Ναό των Αγίων Αποστόλων.
Μετά την Άλωση της Πόλης στον Ναό της Παμμακαρίστου και αργότερα στο Φανάρι όπου στο δεξιό μέρος του ναού του Αγίου Γεωργίου έγινε παρεκκλήσι της Αγίας Ευφημίας, την εποχή του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγορίου.
Για την μεγάλη μάρτυρα Ευφημία ο Πατριάρχης Γαβριὴλ ο Γ´, σύμφωνα με «Απόδειξιν» που έστειλε στους χριστιανούς της Κωνσταντινούπολης στις 8 Ιουλίου του 1704 (κῶδιξ Δ’, ἔγγραφο 25 – 26) ορίζει: «ἵνα ἡ ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Εὐφημίας τελεῖται ἐτησίως μετὰ πομπῆς ἐν τῷ Πατριαρχικῷ Ναῷ ἐν μέσῳ τιθεμένου τοῦ Ἱεροῦ λειψάνου της».

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ θείῳ ἔρωτι, Λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἴα νεᾶνις παγκαλῆς, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη, ὅθεν εἰσελήλυθας, ἐiς παστάδα οὐράνιον, κόσμω διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα, καὶ σῴζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοώντας, χαίροις θεόφρον Εὐφημία.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐν τῇ ἀθλήσει σου καλῶς ἠγωνίσω, καὶ μετὰ θάνατον ἡμᾶς ἁγιάζεις, ταῖς τῶν θαυμάτων βλύσεσι Πανεύφημε, ὅθεν σου τὴν κοίμησιν, τὴν ἁγίαν τιμῶμεν, πίστει παριστάμενοι, τῷ σεπτῷ σου λειψάνῳ, ἵνα ῥυσθῶμεν νόσων ψυχικῶν, καὶ τῶν θαυμάτων τὴν χάριν ἀντλήσωμεν.

Η εμφάνιση της Αγίας Ευφημίας στο κελί του Γέροντα Παίσιου

Ήταν στην αυλή της Καλύβης του ο Γέροντας (Παΐσιος), όταν τον επισκέφθηκε κάποιο πνευματικό του τέκνο. Επανελάμβανε συνεχώς από την καρδιά του: «Δόξα σοι ο Θεός», πάλιν και πολλάκις. Σε μια στιγμή ο Γέροντας του είπε: «Αχρηστεύεται κανείς με την καλή έννοια»

-Ποιός, Γέροντα;

-Ήσυχα καθόμουν στο Κελλί μου, ήρθε και με παλάβωσε. Ωραία περνούν επάνω.

-Τί συμβαίνει, Γέροντα;

-Θα σου πω, αλλά μην το πεις σε κανέναν.

Του διηγήθηκε τότε το εξής:

«Είχα γυρίσει από τον κόσμο, όπου είχα βγει για ένα εκκλησιαστικό θέμα. Την Τρίτη, κατά η ώρα 10 το πρωί, ήμουν μέσα στο Κελλί μου και έκανα τις Ώρες. Ακούω χτύπημα στην πόρτα και μια γυναικεία φωνή να λέη: «Δι΄ευχών των αγίων Πατέρων ημών…». Σκέφθηκα:

«Πως βρέθηκε γυναίκα μέσα στο Όρος;». Εν τούτοις ένιωσα μια θεία γλυκύτητα μέσα μου και ρώτησα:

-Ποιος είναι;

-Η Ευφημία, απαντά.

»Σκεφτόμουν, «ποιά Ευφημία; Μήπως καμμιά γυναίκα έκανε καμμιά τρέλλα και ήρθε με ανδρικά στο Όρος; Τώρα τί να κάνω;». Ξαναχτυπά. Ρωτάω: «Ποιος είναι;». «Η Ευφημία», άπαντα και πάλι. Σκέφτομαι και δεν ανοίγω. Στην τρίτη φορά πού χτύπησε, άνοιξε μόνη της η πόρτα, πού είχε σύρτη από μέσα. Άκουσα βήματα στον διάδρομο. Πετάχτηκα από το Κελλί μου και βλέπω μια γυναίκα με μανδήλα. Την συνώδευε κάποιος, πού έμοιαζε με τον Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος εξαφανίσθηκε. Παρ’ όλο πού ήμουν σίγουρος ότι δεν είναι του πειρασμού, γιατί λαμποκοπούσε, την ρώτησα ποιά είναι·

-Η μάρτυς Ευφημία, άπαντα.

-Αν είσαι η μάρτυς Ευφημία, ελα να προσκυνήσουμε την Αγία Τριάδα. Ό,τι κάνω εγώ να κάνης και σύ.

Μπήκα στην Εκκλησία, κάνω μια μετάνοια λέγοντας: «Εις το όνομα του Πατρός». Το επανέλαβε με μετάνοια. «Και του Υιού». «Και του Υιού», είπε με ψιλή φωνή.

-Πιο δυνατά, ν’ ακούω, είπα και επανέλαβε δυνατώτερα.

»Ένώ ήταν ακόμα στο διάδρομο έκανε μετάνοιες, όχι προς την Εκκλησία, αλλά προς το Κελλί μου. Στην άρχή παραξενεύτηκα, αλλά μετά θυμήθηκα ότι είχα μια μικρή χάρτινη εικονίτσα της Αγίας Τριάδος, κολλημένη σε ξύλο, πάνω από την πόρτα του Κελλιού μου. Αφού προσκυνήσαμε και για τρίτη φορά -«Και του Αγίου Πνεύματος»- μετά είπα: «Τώρα, να σε προσκυνήσω και εγώ». Την προσκύνησα και ασπάστηκα τα πόδια της και την άκρη της μύτης της. Στο πρόσωπο το θεώρησα αναίδεια να την ασπασθώ.

»Ύστερα κάθησε η Αγία στο σκαμνάκι και εγώ στο μπαουλάκι και μου έλυσε την απορία πού είχα (στό εκκλησιαστικό θέμα).

»Μετά μου διηγήθηκε την ζωή της. Ήξερα ότι υπάρχει μια αγία Ευφημία, αλλά τον βίο της δεν τον ήξερα. Όταν μου διηγείτο τα μαρτύρια της, όχι απλώς τα άκουγα, αλλά σαν να τα έβλεπα· τα ζούσα. Έφριξα! Πά, πά, πά!

-Πώς άντεξες τέτοια μαρτύρια; ρώτησα.

-Αν ήξερα τί δόξα έχουν οί Άγιοι, θα έκανα ό,τι μπορούσα να περάσω πιο μεγάλα μαρτύρια.

»Μετά απ’ αυτό το γεγονός για τρεις μέρες δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Σκιρτούσα και συνεχώς δόξαζα τον Θεό. Ούτε να φάω, ούτε τίποτα… συνεχώς δοξολογία».