Τε. Απρ 24th, 2024

Π.Καλλίρης: H ιστορία της εφαρμογής των κανάβινων σωλήνων (τρεβίρα) μιας ίντσας στην Δασοπυρόσβεση

Κοινοποίηση ειδήσεων

Από το 1986 έως σήμερα.

Αφιερώνεται σε όλους τους εθελοντές/ντριες  δασοπυροσβέστες της Ελλάδας.

Του Παναγιώτη Καλλίρη,
Δασολόγου, Δ/ντή Δασών Κορινθίας

Δεν υπάρχει άνθρωπος στον πλανήτη και στον τόπο μας που να μη έχει δει στα ΜΜΕ δασικές πυρκαγιές. Πολλοί τις έχουν βιώσει κοντά στην περιοχή που εξελίσσονται και κάποιοι δίπλα ή μέσα σε αυτές. Ανυπολόγιστες είναι οι συνέπειες τους στο φυσικό περιβάλλον, την οικονομία και τον πολιτισμό, όπως ανεπανόρθωτες και ανεξίτηλες ως συνέπειες ή μνήμες είναι για κάποιους ανθρώπινες ζωές, νοικοκυριά, χωριά, επιχειρήσεις, δασικά οικοσυστήματα, χλωρίδα, πανίδα, όνειρα μιας ζωής, η ίδια η ζωή και ο πολιτισμός μας που χάθηκαν, χάνονται και θα χαθούν και στο μέλλον.

Όλοι μας σχεδόν έχουμε παρακολουθήσει από τα ΜΜΕ και κάποιοι από κοντά δασικές πυρκαγιές, πυροσβεστικά οχήματα και πυροσβέστες να επιχειρούν να ελέγξουν τις δασικές πυρκαγιές ρίχνοντας νερό που το μεταφέρουν με κάποιους σωλήνες διαφόρων τύπων. Ο πιο συνηθισμένος και εύχρηστος τύπος σωλήνων που είναι εφοδιασμένα όλα τα πυροσβεστικά οχήματα και χρησιμοποιούνται για να σβήσουν τις αγροτικές και δασικές πυρκαγιές σε σχετικά μεγάλες αποστάσεις είναι οι με υφασμάτινη εξωτερική πλέξη (τρεβίρα) σωλήνες διαμέτρου μιας (1) ίντσας.

Όλοι οι πυροσβέστες και οι εθελοντές χρησιμοποιούν σχεδόν σαράντα χρόνια τώρα με μεγάλη επιτυχία αυτόν το τύπο των πυροσβεστικών σωλήνων στην δασοπυρόσβεση αλλά και κατά περίπτωση και σε αγροτικές αλλά και σε αστικές πυρκαγιές. Κανείς ωστόσο ή ελάχιστοι, κυρίως παλιοί δασικοί υπάλληλοι και παλιοί αξιωματικοί και πυροσβέστες του Π.Σ., γνωρίζουν την πραγματική ιστορία τους. Δηλαδή το «Γιατί;» και το «Πότε;» άρχισαν αυτοί να χρησιμοποιούνται και το «Πώς;» καθιερώθηκε η χρήση τους στην δασοπυρόσβεση και εφαρμόζεται έως σήμερα.

Αυτή είναι η μικρή ιστορία τους.

Τέλη του 1983. Μια σειρά δασολόγων ανδρών και γυναικών απόφοιτων του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου διορίζονται βάσει της επετηρίδας με σύμβαση στην Δασική Υπηρεσία. Για τους περισσότερους με τα πρώτα θετικά συναισθήματα της εξασφάλισης μιας δουλειάς σχετικής με τις σπουδές μας έρχονται και οι ευθύνες και η ατέλειωτη εμπλοκή, απασχόληση και κούραση στα αντικείμενα της υπηρεσίας. Ιδιοκτησιακά, χαρακτηρισμοί, αναδασωτέες, μηνύσεις, αυτόφωρα, παράνομες υλοτομίες, διαχείριση, προσημάνσεις, χαράξεις, επιμετρήσεις σύνταξη μελετών δασοτεχνικών έργων, αναδασώσεις, περιπολίες και πριν καλά καλά περάσει ο πρώτος χειμώνας παίρνουμε και το βάπτισμα του πυρός, δηλαδή των δασικών πυρκαγιών κυριολεκτικά.

Δεν θυμάμαι που ήταν η πρώτη φωτιά ούτε και η δεύτερη ούτε και η τρίτη πυρκαγιά που με έστειλαν. Στην Κορινθία και συγκεκριμένα στο Δασαρχείο Κορίνθου οι δασικές πυρκαγιές δεν είχαν ούτε τόπο, ούτε εποχή, ούτε ημέρα, ούτε καθημερινή ή γιορτή, ούτε ώρα, ούτε Θεό. Όλο τον χρόνο οι αγρότες καθάριζαν τους ελαιώνες, τις σουλτανίνες, κάθε είδους καλλιέργεια και έβαζαν φωτιά να κάψουν τα ξερά κλαδιά που ξέφευγαν στο γειτονικό δάσος. Αν δεν έπαιρναν τα δάση φωτιά από τους αγρότες έπαιρναν από τους διάσπαρτους, ανεξέλεγκτους σκουπιδότοπους των χωριών και των πόλεων και τα σκουπίδια στα ρέματα. Δεν υπήρχε ρέμα χωρίς σκουπίδια. Αν δεν έπαιρναν από τα σκουπίδια  έπαιρναν από τα τρακτέρ στους δρόμους ή τα τραίνα που έκαιγαν μαζούτ, πετούσαν καύτρες και μας φούντωναν. Και αν δεν έπαιρναν από τους δρόμους και τα τραίνα, έπαιρναν από τους τροχούς και τις ηλεκτροκολλήσεις των ιδιοκτητών αυθαιρέτων που κάθε φορά που φυσούσε λίγο εύρισκαν την ώρα να νοικοκυρέψουν τα αυθαίρετα. Δεν μας λυπούνταν ούτε οι μετασχηματιστές της ΔΕΗ. Δεν μας έλειπαν και οι διάσπαρτοι κατά περιοχές «τυχαίοι» εμπρησμοί για να μη χάνουμε την φόρμα μας. Με απλά λόγια, τρέχαμε όλο τον χρόνο από τα έργα στις φωτιές και από τις φωτιές στα άλλα αντικείμενα που δεν είχαν τελειωμό. Στον ίδιο σακίδιο είχαμε χειμώνα καλοκαίρι το κλισίμετρο, την πυξίδα, την μετροταινία, το παγούρι, τα άρβυλα και πίσω σε κάτι σαράβαλα jeep στριμωγμένα το παχύμετρο, τσάπες, κοσόρες (ξάλες) και τσεκούρια για να κόψουμε μια κλάρα να χτυπήσουμε την φωτιά. Για ωράρια εργασίας ούτε λόγος. Για υπερωρίες και κινήσεις αν είχαμε πιστώσεις κάτι γινόταν αλλιώς υπέρ πίστεως και πατρίδας. Έτσι μας έλεγαν γελώντας οι παλιότεροι. Βλέπετε ήμασταν νέοι. Πολύ νέοι και οι περισσότεροι από εμάς πίστευαν ότι δεν θα πάει στράφι ο αγώνας μας για ένα καλλίτερο αύριο για την υπηρεσία για μας και τον τόπο μας. Τόσο νέοι…

Ενδιαφέρουσες αλλά λίγες ήταν αρχικά οι πανεπιστημιακές γνώσεις από τον Καϊλίδη και μηδενική η εμπειρία μας στην διαχείριση των δασικών πυρκαγιών. Είχαμε, όμως, πολύ καλές, βασικές γνώσεις για τα δάση -ας είναι καλά εκεί που είναι ο Ντάφης- που κάθε ημέρα εμπλουτίζονταν με μοναδικές εμπειρίες αφού περπατάγαμε και δουλεύαμε, ουσιαστικά ζούσαμε, μέσα σε αυτά. Κούραση και ταλαιπωρία ατέλειωτη άλλα και γνώση και εμπειρίες στα δασικά οικοσυστήματα του τόπου μας μοναδικές.

Από την πρώτη μου συμμετοχή στις δασικές πυρκαγιές, μαζί με τους οδηγούς και δασοπυροσβέστες του Δασαρχείου Κορίνθου, μόνιμους και εποχιακούς, είτε χτυπώντας την φωτιά με μια κλάρα είτε τραβώντας ατελείωτες ώρες σωλήνες (μάνικες) πυρόσβεσης για να φτάσουμε στην φλόγα, κατάλαβα πως το σημαντικότερο εργαλείο στην δασοπυρόσβεση δεν ήταν τα πυροσβεστικά οχήματα ούτε τα αεροπλάνα ούτε άλλος εξοπλισμός άλλα…. ο άνθρωπος. Δηλαδή, ο οδηγός και ο δασοπυροσβέστης. Αυτοί ήταν το σημαντικότερο και πολυτιμότερο «εργαλείο» που είχε ο/η επικεφαλής Δασάρχης ή ο συντονιστής/τρια  για να ελέγξει μια φωτιά. Ο οδηγός και ο δασοπυροσβέστης. Αν αυτοί δεν ήταν κατάλληλα εκπαιδευμένοι και δεν είχαν την απαιτουμένη εμπειρία και ευστροφία. Αν δεν ήσαν σε καλή φόρμα και δεν είχαν τις απαιτούμενες αντοχές. Αν δεν ήσαν σε καλή ψυχολογική κατάσταση. Αν δεν είχαν φιλότιμο και σεβασμό για την δουλειά τους. Αν είχες παράλογες απαιτήσεις και τους εξαντλούσες με παράλογες εντολές πέραν των ορίων τους. Αν τους έκανες να μη νιώθουν ασφαλείς κάτω από τις εντολές σου. Με άλλα λόγια, αν τους «έχανες» με οποιονδήποτε τρόπο είχες χάσει και την μάχη με την φωτιά. Και τότε όποια θέση και αν κατείχες στη ιεραρχία θα ήσουν αποτυχημένος και ίσως και επικίνδυνος να διοικήσεις δηλαδή να συντονίσεις μια πυρόσβεση. Αυτό γινόταν αμέσως γνωστό. Η φήμη σου προηγείτο πολύ γρήγορα της φυσικής παρουσίας σου. Και οι οδηγοί και δασοπυροσβέστες σε αντιμετώπιζαν ανάλογα.

Από την πρώτη στιγμή παρατηρώντας και χρησιμοποιώντας τον εξοπλισμό των πρώτων Πυροσβεστικών Οχημάτων (Π/Ο) της Υπηρεσίας, δηλαδή των πρώτων UNIMOG και ενός δότη INTERNASIONAL, καταλάβαμε ότι τα συγκεκριμένα Π/Ο δεν είχαν εξοπλισμό για να σβήνουν φωτιές στα δάση αλλά σε πόλεις. Καλά αυτοκίνητα δυνατά ευέλικτα «σκυλιά» όπως τα χαρακτηρίζαμε τότε αλλά για την πόλη. Όχι για δάση. Διέθεταν καταρχήν μια καλή δυνατή αντλία τύπου «rosenbauer». Το ίδιο και τα STEYR που ήρθαν αργότερα και διέθεταν αντλίες «Ζίγκλερ». Διέθεταν δυο κουβαρίστρες με σταθερά προσαρμοσμένους σε αυτούς μαύρους, σκληρούς, δύσκαμπτους, βαρείς, λαστιχένιους σωλήνες (λάστιχα), μήκους 50-65 μ., που κατέληγαν σε βαρείς, ακριβούς αυλούς (πιστόλια) ρυθμιζόμενης βολής (καρφί ή βεντάλια). Διέθεταν, επίσης, δέκα με δεκαπέντε κανάβινες σωλήνες (μάνικες) 1 και ¾ της ίντσας των 10 μ. χοντρούς που είχαν βάρος όταν γέμιζαν νερό ανά τρέχον μέτρο 4,5 κιλά και μερικούς αυλούς ρυθμιζόμενης βολής (καρφί ή βεντάλια). Ασήκωτες και στην άσφαλτο, πόσο μάλλον σε ανάποδο έδαφος. Διέθεταν, επίσης, δυο κανάβινες (τρεβίρα σήμερα) σωλήνες ανεφοδιασμού των 2,5 Ιντσών και τέσσερες σωλήνες σκληρούς σταθερής διαμέτρου στην οροφή για ανεφοδιασμό με αναρρόφηση από ανοικτή επιφάνεια νερού (δεξαμενή, στέρνες, λίμνη, αυλάκια κ.λπ.). Τις φωτιές στο δάσος προσβάλαμε κατ’ αρχή με το μαύρο σωλήνα με πολλή μεγάλη δυσκολία και κάποια καθυστέρηση σε δύσβατο έδαφος, ανωφέρειες και κατωφέρειες, και στην συνέχεια αν θέλαμε να επεκτείνουμε την φλέβα νερού συμπλέκαμε τις χοντρές κανάβινες της 1 και ¾ ιντ. που ήταν όταν γέμιζαν νερό κυριολεκτικά ασήκωτες. Δεν είχαμε άλλο τρόπο. Δεν είχαν δυστυχώς τα Π/Ο άλλο εξοπλισμό. Στα Π/Ο επέβαιναν ένας πυροσβέστης (στα UNIMOG) και αργότερα δυο στα STEYR και αυτό αν υπήρχε επάρκεια προσωπικού στην βάρδια, που δεν υπήρχε πάντα, ειδικά στις νυκτερινές βάρδιες. Πώς να προλάβεις μια φωτιά σε απόσταση 100 και περισσότερων μέτρων που εξελισσόταν με ταχύτητα; Τι μπορούσε να κάνει ένας δασοπυροσβέστης ακόμη και ο δυνατότερος; Πώς να τραβήξει μόνος του τόσο βάρος; Έπρεπε και να το τραβήξει (απλώσει δηλαδή) για να σβήσει την φλόγα και να το μαζέψει γρήγορα για να μετακινηθεί το Π/Ο. Αν το’ κανε ένας πυροσβέστης πέντε έξι φορές συνεχόμενα μέσα σε καπνούς και σε φωτιές προς τα κατάντη ή ανάντη «διαλυόταν». Τον «έχανες»….

Ήταν, λοιπόν, αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι όλα τα πυροσβεστικά οχήματα (Π/Ο) τύπου UNIMOG, STEYR, INTERNATIONAL, DACOTA κ.α., με τα οποία η Δασική Υπηρεσία εξοπλίστηκε και χρησιμοποίησε μετά το 1974 για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών, δεν διέθεταν τον κατάλληλο εξοπλισμό ώστε να τα κάνει ικανά να ανταποκριθούν στον σκοπό για τον οποίο προορίζονταν. Την δασοπυρόσβεση. Ήταν εφοδιασμένα με τον ίδιο σχεδόν εξοπλισμό που είχαν τα Π/Ο που χρησιμοποιούσε το Πυροσβεστικό Σώμα (Π.Σ.) για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών σε αστικούς χώρους (πόλεις, χωριά, κτίρια, εργοστάσια κ.λπ.), Οι συνθήκες, όμως, και οι ανάγκες της αντιμετώπισης των πυρκαγιών για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις ήταν και είναι πολύ διαφορετικές.

Παραθέτουμε μερικές διαφορές που έγιναν αμέσως αντιληπτές σε όλους όσους τότε ασχοληθήκαμε ενεργά και με φιλότιμο με την δασοπυρόσβεση.

ΠΥΡΟΣΒΕΣΗ ΣΤΗ ΠΟΛΗΠΥΡΟΣΒΕΣΗ ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ
Κοντινές αποστάσεις μεταξύ οχήματος και εστίας φωτιάς. Από 20 έως  100 μέτρα.Μεγάλες συνήθως αποστάσεις μεταξύ του σημείου στάσεως του Π/Ο και του μετώπου της φωτιάς. Από 50 έως 1000 μέτρα ή μεγαλύτερες.
Περιορισμένη έκταση φωτιάς.Μεγάλα μέτωπα φωτιάς  πολλές φορές από 500 μέτρα έως 3 χιλιόμετρα.
Στατική εξέλιξη φωτιάς  σπίτι  εργοστάσιο.Εξελισσόμενη και διαρκώς μετακινούμενη εστία φωτιάς.
Μεγάλες διαθέσιμες ποσότητες νερού στο Π/Ο από δότες ή σημεία υδροληψίας και συνεχόμενη Παροχή.Μικρές ποσότητες νερού 1,5 έως 2 τον .Δυσκολία προσέγγισης μεγάλων Π/Ο δοτών και απομακρυσμένα ή ανύπαρκτα σημεία υδροληψίας ή Δεξαμενών.
Μεγάλος σχετικά αριθμός διαθέσιμου προσωπικού και εύκολη πρόσβαση κοντά στην εστία φωτιάς με κλιμακοστάσια κλπ.Ελάχιστα επαρκές έως ανεπαρκές αριθμητικά  προσωπικό (1-2 άτομα πλήρωμα Π/Ο) και δύσκολες συνθήκες προσέγγισης της φωτιάς.
Καλά εκπαιδευμένο και πειθαρχημένο μόνιμο  προσωπικό.Σχετικά και μερικές φορές ελάχιστα εκπαιδευμένο προσωπικό εποχιακών συμβάσεων. Μειωμένη πειθαρχία και υπαλληλική συνείδηση.
Άμεση κινητοποίηση και υποβοήθηση από άλλες δυνάμεις.Ανύπαρκτη πάντα στην Αρχή και προβληματική πολλές φορές υποβοήθηση από άλλες δυνάμεις γιατί οι δασικές πυρκαγιές βρίσκονται σε απομακρυσμένες Περιοχές.
Εύκολη γνώση και εκτίμηση του κινδύνου για την πιθανή εξέλιξη της φωτιάς και δυνατότητα απομόνωσης της.Δύσκολη εκτίμηση λόγω της έκτακτης μορφής που έχουν οι δασικές πυρκαγιές. Άγνωστες συνθήκες, άγνωστες περιοχές (μικροανάγλυφο, μικροκλίμα, βλάστηση). Έλλειψη πληροφοριών για τυχόν διάφορες εγκαταστάσεις στην ευρύτερη περιοχή όπου εξελίσσεται μια φωτιά. Συνεχής κίνδυνος επέκτασης λόγω της συνέχειας της καύσιμης ύλης  και δυσκολία απομόνωσης και ελέγχου.
Ευχερής η προσέγγιση της φωτιάς με όλα σχεδόν τα διαθέσιμα οχήματα.Δυσχερής ή αδύνατη η προσέγγιση της φωτιάς με όλων των τύπων τα οχήματα. Υπάρχουν περιπτώσεις προσέγγισης μόνο με  UNIMOG. Δυστυχώς δεν υπάρχουν ερπυστριοφόρα  Π/Ο διαθέσιμα στην Δασική Υπηρεσία. Σε πολλές περιπτώσεις θα έδιναν λύσεις σε πάρα πολλά προβλήματα.

Παρ’ ότι, λοιπόν, υπήρχαν και αυτές αλλά και άλλες διαφορές που προσδιόριζαν την διαφορετική κατασκευή και φυσικά διαφορετικό πυροσβεστικό εξοπλισμό, δεν υπήρχε τέτοιος στα Π/Ο της Δασικής Υπηρεσίας. Έτσι διαφάνηκε πολύ γρήγορα, εύκολα και σε έντονο βαθμό η ανάγκη να βρεθούν τρόποι και εξαρτήματα ώστε να αξιοποιηθεί καλύτερα ο υπάρχον μηχανικός εξοπλισμός και συγκεκριμένα τα γνωστά διαθέσιμα Π/Ο και μάλιστα χωρίς να θιγεί καθόλου η εν γένει κατάσταση, ο εξοπλισμός και η αξιοπιστία τους.

Συγκεκριμένα έπρεπε να βρεθεί τρόπος:

  • Να μεταφερθεί νερό σε μεγάλες αποστάσεις γρήγορα και με ελάχιστο προσωπικό.
  • Να γίνεται μεγαλύτερη οικονομία νερού.
  • Να μην κατασπαταλάται άσκοπα η ανθρώπινη δύναμη και ενέργεια σε άχρηστους και περιττούς χειρισμούς και εργασίες. Το τελευταίο είναι πολύ σημαντικό. Όταν κουράζεται υπερβολικά το προσωπικό που έχουμε στην διάθεσή μας τότε μπορεί εύκολα να αντιδράσει στην αρχή με αδιαφορία και κατόπιν με απείθεια και αδράνεια στις εντολές. Καμιά φορά γίνεται και επιθετικό.

Μέσα από αυτές τις κοινές σε όλους διαπιστώσεις, πολλοί αξιόλογοι και με περίσσιο φιλότιμο και αγάπη για την δουλειά τους συνάδελφοι, υπάλληλοι σε διάφορες Υπηρεσίες[1] (Δασαρχεία), προσπάθησαν να κάνουν και έκαναν ενδιαφέρουσες κατασκευές, ευρεσιτεχνίες και βελτιώσεις του υπάρχοντος εξοπλισμού με καλή ή όχι εφαρμογή, αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα στην πράξη.

Η δική μας Δασική, πρακτική έρευνα σε αυτή την περίπτωση ήρθε να καλύψει το κενό της επιστημονικής έρευνας που σε αυτόν τον τομέα δεν μας είχε δώσει τίποτα αυτά τα χρόνια.

Το Δασαρχείο Κορίνθου πέρασε τότε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1984 και του 1985 δοκιμαστικά, ερευνητικά, πειραματικά και σε πλήρη εφαρμογή από το 1986[2] στην μόνιμη και οριστική χρήση και εφαρμογή των κανάβινων σωλήνων χαμηλής πίεσης (τρεβίρα[3]) μιας (1) ίντσας[4] στην δασοπυρόσβεση.

Επειδή κατά την εφαρμογή της μεθόδου σε «φλέβες» (εγκαταστάσεις νερού μεγάλου μήκους 300 – 650 ή και περισσότερων μέτρων σε πυκνό δάσος και πολύ δύσβατα εδάφη) αποσυμπλέκονταν οι ταχυσύνδεσμοι αλουμινίου ή οι μπρούντζινοι τύπου ΣΤΟΡΖ των σωλήνων που χρησιμοποιούσαμε μέχρι τότε ή διέρρεαν πολύτιμο νερό θέτοντας σε επισφάλεια την πυρόσβεση αλλά και την ασφάλεια των δασοπυροσβεστών που πρόσβαλαν την φωτιά σε πολύ μεγάλη απόσταση από τα Π/Ο, μετά από προβληματισμό, επιστάμενη έρευνα και αμέτρητες δοκιμές στα πιο ανάποδα μέρη και καταστάσεις και μεγάλα μήκη, επιλέχθηκε και αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν για τα δίκτυα μιας (1) ίντσας οι ατσάλινοι ταχυσύνδεσμοι αέρος (χρησιμοποιούνταν τότε στα cobreser που βλέπαμε στα έργα και πήραμε την ιδέα) τύπου ΤΕΜΑ που αποδείχτηκαν λίαν υψηλής ασφάλειας και ως προς την στεγανότητα και την σύμπλεξη σύνδεσης. Συγχρόνως, επειδή οι σωλήνες χρησιμοποιούνταν για αναρρίχηση και καταρρίχηση σε απότομα πρανή, πλαγιές, βράχια και πυκνή βλάστηση, οι ταχυσύνδεσμοι αυτοί με σφικτήρες (κολιέδες) βαρέως τύπου αποδείχθηκαν αναντικατάστατοι γιατί δεν αποσυμπλέκονταν με κανένα τρόπο παρά μόνο συνειδητά από τους δασοπυροσβέστες.

Για την αξιοποίηση των Π/Ο με τους σωλήνες αυτούς, που αποδείχθηκαν πολύ εύχρηστοι και αποδοτικοί, και την προσαρμογή στις δυσκολίες και τις έκτακτες καταστάσεις της δασοπυρόσβεσης, κατασκευάστηκε μια σειρά πρόσθετων επικουρικών εξαρτημάτων (αυλών και συνδετήριων) από απλά πολύ φθηνά υλικά που βρέθηκαν στο εμπόριο. Και ομολογουμένως πολλές είχαν συμβεί αλλά χάρις σε αυτόν τον εξοπλισμό είχαν αντιμετωπιστεί σχεδόν όλες με μεγάλη επιτυχία.

Εκπαίδευση εποχικού προσωπικού Δασαρχείου Κορίνθου στις κανάβινες σωλήνες 1 ίντσας

Έτσι από το 1984-1985 και επίσημα από το 1986 όλα τα παραπάνω αποτελέσαν τον βασικό εξοπλισμό για την αξιοποίηση των Π/Ο στην Κόρινθο.

Ούτε λόγος ξανά για χρησιμοποίηση άλλων σωλήνων εκτός αν υπήρχε ανάγκη. Το 1988, αρχή καλοκαιριού ήταν, θυμάμαι σαν τώρα, πετούσα ως συντονιστής πυρόσβεσης πάνω από μια σοβαρή πυρκαγιά στα Γεράνεια όρη, στον Σχίνο Κορινθίας, με στρατιωτικό ελικόπτερο[5]. Ο κυβερνήτης παρατηρούσε και είχε εντυπωσιασθεί από τους δασοπυροσβέστες της Κορίνθου που χρησιμοποιούσαν ένα γερό «σχοινί» και κατέβαιναν 500 μ σε μια απότομη, βραχώδη, δασωμένη πλαγιά με κλίση μεγαλύτερη από 60- 70%, κοντά στην φωτιά. Κάθε τόσο έβλεπε από την άκρη του «σχοινιού» να εκτοξεύεται νερό και οι Δασοπυροσβέστες να ελέγχουν τη φωτιά αποτελεσματικά και συστηματικά και μετά πρόσθεταν άλλο ένα κομμάτι «σχοινί» και ξανά με τον ίδιο τρόπο κατέβαιναν και έσβηναν τη φωτιά. «Τρελάθηκε»… Δεν το είχε ξαναδεί… Με ρωτούσε τι «σχοινί» ήταν αυτό. Του εξήγησα τι συνέβαινε. Όση ώρα πετούσαμε, παρά την φοβερή ένταση της πτήσης, καθότι αιωρούμασταν πάνω από την πυρκαγιά σε χαμηλό ύψος, πάνω από απότομα βράχια και με ισχυρό άνεμο, μόνο συναισθήματα θαυμασμού εξέφραζε κατά διαστήματα για αυτό που έβλεπε.

Η φήμη της μεθόδου διαδόθηκε πολύ γρήγορα. Μαθαίνοντας για την επιτυχημένη εφαρμογή γειτονικά Δασαρχεία όπως πρώτο και καλύτερο το Δασαρχείο Ξυλοκάστρου άλλα και πιο μακρινά, υιοθέτησαν αμέσως ανεπίσημα αυτό το σύστημα ώστε να υπάρχει άμεση και εύκολη συνεργασία μεταξύ μας. Φυσικά, αυτό δεν αποτελούσε πρόβλημα γιατί δεν είχαμε καταργήσει ούτε μια βίδα από τον υπάρχοντα εξοπλισμό των Π/Ο. (Διαβάστε την μέθοδο και θα καταλάβετε). Σε άλλα Δασαρχεία πήγαμε εμείς και άλλα ήρθαν σε εμάς να δουν με τα μάτια τους πόσο εύχρηστη, απλή, οικονομική και αποδοτική ήταν. Λογικό ήταν τα επόμενα χρόνια να το πληροφορηθεί και το Υπουργείο Γεωργίας. Δυστυχώς όμως η Αθήνα ήταν και τότε πολύ «μακριά»… από την Κόρινθο.

Τα χρόνια περνούσαν και οι πυρκαγιές και τα προβλήματα δεν είχαν τελειωμό. Το ίδιο όμως και το δικό μας πείσμα και φιλότιμο. Κάθε δυσκολία αντί να μας απογοητεύει μας πείσμωνε περισσότερο να δούμε τι φταίει για να την υπερκεράσουμε και να την διορθώσουμε. Έτσι εν μέσω εκατοντάδων προβλημάτων συνεχίζαμε να βελτιώνουμε την μέθοδο με διάφορα εξαρτήματα και μικροπατέντες (συνδετήρια, φίλτρα κ.λπ.) για την προστασία των αντλιών και αυλών «Ζίγκλερ» των STEYR που ήταν πιο ντελικάτες από τις «rosenbauer».

Τον Ιούλιο του 1991 τελικά με σύσταση του Υπουργείου Γεωργίας εκπρόσωποι του Δασαρχείου Πάρνηθας από τους πιο έμπειρους στις φωτιές παρακολουθούν επίδειξη της μεθόδου σε δασική περιοχή στα Ίσθμια Κορινθίας με έντονο ανάγλυφο και εντυπωσιάζονται. Ενθουσιάζονται για την ευχρηστία την ταχύτητα ανάπτυξης εγκαταστάσεων και αποτελεσματικής προσβολής της φωτιάς. Διώχνουν την προκατάληψη και τους ανθρώπινους φυσικούς και υπαλληλικούς λογικούς ενδοιασμούς τους. Ακούνε και βλέπουν τις αντλίες να δουλεύουν στο ρελαντί και να στέλνουν νερό στα 200 -300 και παραπάνω μέτρα πανεύκολα. Πιάνουν τους σωλήνες και τους αυλούς και δοκιμάζουν και ξαναδοκιμάζουν οι ίδιοι τις εγκαταστάσεις και τις βολές. Θυμάμαι την έκφραση του προσώπου τους. Δεν πίστευαν ότι μέσα σε ένα λεπτό ένας μέσης δύναμης πυροσβέστης μπορούσε να τραβήξει και να απλώσει 150-200 μέτρα εγκατάσταση[6] και να έχει βολή καρφί 17-18 μέτρα με μόνο 6 έως 8 atm πίεση.  Δηλαδή να ρίξει νερό σε ένα πεύκο ύψους 8-10μ που θα φλεγόταν.

Στο αριθ. 2915/24-7-1991 έγγραφο[7] που συνέταξε αμέσως μόλις γύρισαν στην υπηρεσία τους προς το Υπουργείο Γεωργίας ο Δασολόγος Γιάννης Στάμου που υπογράφει και ο αείμνηστος Δασολόγος Γιώργος Ντούρος εκφράζουν τον θαυμασμό και τα θετικά συναισθήματα τους για την απλότητα και αποτελεσματικότητα της μεθόδου μας διευκρινίζοντας ότι δεν έχει καμία εντελώς σχέση με το υλικό άλλου Δασαρχείου[8] που χρησιμοποιήθηκε παλιότερα αλλά δεν ευδοκίμησε. Λαμβάνοντας όμως υπόψη την προηγούμενη αρνητική εμπειρία του 1989[9] εισηγούνται να μελετηθεί περαιτέρω η δική μας μέθοδος πριν εφαρμοστεί σε όλη την Ελλάδα ώστε ότι αποφασιστεί αν εφαρμόσει να γίνει ενιαία σε όλη την Ελλάδα για να εξασφαλιστεί η συνεργασία μεταξύ όλων των Π/Ο της υπηρεσίας. (διαβάστε το σχετικό έγγραφο).

Ενώ αρκετά Δασαρχεία εξοπλίζουν τα Π/Ο με την δική μας μέθοδο το Υπουργείο Γεωργίας συνεχίζει να «ψάχνει»… το θέμα. Ναι μεν πληροφορείται ότι πρόκειται για δοκιμασμένη και επιτυχημένη σε πυρκαγιές μέθοδο αλλά …διατηρεί επιφυλάξεις. Τελικά το παίρνει απόφαση και με το αριθ. 69111/3037/3-4-1992 ΤΕΛΕΧ[10] του δίνει εντολή στο Δασαρχείο Κορίνθου να κάνει επίσημη επίδειξη της μεθόδου[11] στις εγκαταστάσεις του Υπουργείου της Αμυγδαλέζας και την Χαλκίδα και διατάσει να την παρακολουθήσει όλο το προσωπικό που ασχολείται με τις δασικές πυρκαγιές Αττικής και Πειραιά και Ευβοίας και Βοιωτίας αντίστοιχα. Με την αριθ 639/7-4-1992 εντολή[12] της Δ/νσης Δασών Κορινθίας διατάσσονται δυο οδηγοί και δυο δασοπυροσβέστες του Δασαρχείου Κορίνθου και ο υπογράφων ως επικεφαλής της ομάδας να μετακινηθούν με δυο Π/Ο για τον παραπάνω σκοπό την 9-4-1992 στην Αμυγδαλέζα και την 10-4-1992 στην Χαλκίδα.

Αμέσως μετά την επιτυχημένη παρουσίαση της μεθόδου στην Αμυγδαλέζα και την Χαλκίδα δίνεται προφορική εντολή στον Δασάρχη Κορίνθου Δασολόγο Γεώργιο Κωνσταντινιά  να περιγράψουμε αμέσως την μέθοδο και να την υποβάλουμε επειγόντως στο Υπουργείο. Έτσι και έγινε. Μαζεύω τις παλιές χειρόγραφες[13] σημειώσεις μου, σκίτσα και φωτογραφίες και προδιαγραφές εξαρτημάτων του 1984- 1985 και η σύζυγός μου δακτυλογραφεί για πρώτη φορά την μέθοδο. Βλέπετε δεν ξέραμε τότε εμείς να δακτυλογραφούμε ούτε είχαμε ακόμη P/C. Με το αριθ. 1598/7-5-1992 έγγραφο[14] του ο τότε Δασάρχης Κορίνθου Γεώργιος Κωνσταντινιάς υποβάλει τις σημειώσεις[15] στο Υπουργείο επισημαίνοντας ότι η μέθοδος αυτή αποτελεί την βάση αξιοποίησης των Π/Ο και εφαρμόζεται με επιτυχία από το 1986.

Έξι ημέρες μετά με το αριθ. 74776/4239/13-5-1992 έγγραφο[16] του ο τότε Δ/ντης Προστασίας και Δ.Π. του Υπουργείου Γεωργίας Κ. Πανέτσος με εισηγητή τον Στ. Καραπουρναλίδη[17] στέλνει την μέθοδό μας σε όλες της Δ/νσεις και τα Δασαρχεία της χώρας με την εντολή όσα Δασαρχεία δεν εφαρμόζουν ακόμη το σύστημα μας να αρχίσουν αμέσως την υλοποίηση του. Με απλά λόγια δόθηκε η άνωθεν εντολή να εφαρμοστεί η μέθοδος του Δασαρχείου Κορίνθου σε όλη την επικράτεια.

Έτσι σχεδόν όλα τα Δασαρχεία ειδικά αυτά σε πυρόπληκτες περιοχές που ενδιαφέρθηκαν εξόπλισαν άμεσα τα Π/Ο UNIMOG STEYR και DAKOTA με τις κανάβινες σωλήνες μιας 1 ίντσας και τα υπόλοιπα εξαρτήματα της μεθόδου και τα Π/Ο που αποκτήθηκαν με τον εξοπλισμό πόλης απέκτησαν το ρόλο που τους είχε εξ΄ αρχής ανατεθεί. Να κάνουν δασοπυρόσβεση. Έτσι εφαρμόστηκε η μέθοδος σε ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα. 

Λίγους μήνες μετά το φθινόπωρο του ιδίου έτους ο επόμενος τότε Δασάρχης Κορίνθου αείμνηστος Ελευθέριος Μελέτης βλέποντας την πίεση που ασκείται στην Υπηρεσία από πολλά Δασαρχεία για την προμήθεια εξοπλισμού και εκπαίδευση του προσωπικού τους, με το αριθμ 4590/17-9-1992 εγγραφο[18] του επιβεβαιώνοντας και αυτός την μακρόχρονη επιτυχία της μεθόδου ενημερώνει την Γενική Γραμματεία Δασών και Φ.Π.  του Υπουργείου Γεωργίας ότι πρέπει να γίνει προμήθεια υλικού κεντρικά. Το προσωπικό του Δασαρχείου Κορίνθου να τοποθετήσει αυτά τα υλικά και να εκπαιδεύσει το προσωπικό των Δασαρχείων κλπ. (Διαβάστε το έγγραφο). Υπόψη ότι στην μέθοδο αυτή εκπαιδεύονταν[19] συστηματικά όλοι οι εποχιακοί οδηγοί και δασοπυροσβέστες από το 1985 έως το 1997 και όλοι οι εθελοντές.

Το 1998  με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2612/1998 «Ανάθεση της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Σώμα κ.λπ.» (ΦΕΚ Α’ 112/25.5.98) και τις επακολουθήσασες εγκύκλιους και σχετικές Δ/γες όλα τα εναέρια και επίγεια μέσα, καθώς και κάθε άλλο πυροσβεστικό υλικό που διέθετε το Υπουργείο Γεωργίας δηλαδή η Δασική Υπηρεσία, παραδόθηκαν στο Πυροσβεστικό Σώμα. Μαζί φυσικά με τα Π/Ο παραδόθηκε και ο εξοπλισμός τους με τις κανάβινες σωλήνες μιας 1 ίντσας και τα εξαρτήματα τους. Μαζί μετατάχθηκαν στο Π.Σ. όλοι οι μόνιμοι οδηγοί και δασοπυροσβέστες της Δασικής Υπηρεσίας. Εκεί συνέχισαν να χρησιμοποιούν στα οχήματα της ΔΥ την μέθοδο τους σωλήνες και τα εξαρτήματα που ήξεραν και εμπιστεύονταν. Έτσι οι κανάβινες σωλήνες (τρεβίρα) μιας (1) ίντσας και η μέθοδος εφαρμογής τους στην δασοπυρόσβεση του Δασαρχείου Κορίνθου υιοθετήθηκαν από το Π.Σ. επεκτάθηκαν σε όλα τα Π/Ο του και συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται έκτοτε από αυτό με μικροαλλαγή μόνο τους ταχυσυνδέσμους που ξαναγύρισαν στους «στόρζ»[20] όπως ήταν αρχικά σε εμάς άλλα όπως προαναφέρθηκε αντικαταστάθηκαν τότε από εμάς, για να  αυξηθεί η αποτελεσματικότητα ή ασφάλεια των εγκαταστάσεων μεγάλου μήκους και η αποδοτικότητα τους. Μέχρι σήμερα δεν έχω δει να χρησιμοποιείται από το ΠΣ άλλου τύπου σωλήνας για την μεταφορά νερού σε μεγάλες αποστάσεις στην δασοπυρόσβεση. Αν κάνω λάθος ας μου συγχωρήσουν την άγνοια οι φίλοι πυροσβέστες και ας μας ενημερώσουν.

Αυτή είναι λοιπόν η μικρή ιστορία της εφαρμογής των σωλήνων χαμηλής πίεσης (τρεβίρα) μιας (1) ίντσας στην δασοπυρόσβεση όπως προκύπτει από τις μνήμες και τα υπηρεσιακά έγγραφα. Εφαρμόστηκε στο Δασαρχείο Κορίνθου δοκιμαστικά πειραματικά το 1984 και 1985 και καθιερώθηκε το 1986. Έκτοτε χρησιμοποιείται ανελλιπώς στην Ελλάδα από την Δ.Υ. και στην συνέχεια από το Π.Σ. έως σήμερα δηλαδή επί τριάντα έξι συναπτά χρόνια.

Είναι πράγματι  τόσο απλή και εύχρηστη αυτή η μέθοδος που καθιερώθηκε και χρησιμοποιείται επί επί τριάντα έξι χρόνια από επαγγελματίες και εθελοντές πυροσβέστες στην δασοπυρόσβεση και όχι μόνο;

Φωτογραφίες από το διαδίκτυο που δείχνουν πυροσβέστες να χρησιμοποιούν τις κανάβινες σωλήνες 1 ίντσας στη δασοπυρόσβεση. Η απόδειξη της επιτυχίας της μεθόδου.

Μετά το 1998 που το Ελληνικό Κράτος που μας εκπαίδευσε στην διαχείριση των δασικών πυρκαγιών μας «παρόπλισε» ως κυριολεκτικά «άχρηστους» στο αντικείμενο αυτό, κάποιοι από εμάς θελήσαμε να αξιοποιήσουμε κάπως τις πολύτιμες γνώσεις και μοναδικές εμπειρίες που είχαμε αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια διαρκούς ενασχόλησής μας με την δασοπυρόσβεση. Το μόνο που μπορούσαμε να προσφέρουμε στον τομέα αυτό ήταν η «παιδεία» δηλαδή «εκπαίδευση» σε εθελοντές και μαθητές όπου φυσικά γινόμασταν δεκτοί.

Πολλά χρόνια τώρα εκπαιδεύσαμε και εκπαιδεύουμε εθελοντές και μαθητές των Γυμνασίων του Δημοτικού και του Νηπιαγωγείου με την βοήθεια πάντα εθελοντών και πυροσβεστών στην διαχείριση των δασικών πυρκαγιών και εκφράζουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» προς όλους τους. Πάντα φυσικά με την αποδοχή, παρουσία και συμμετοχή των Νηπιαγωγών, Δασκάλων, Καθηγητών και Συλλόγων Γονέων. Μεταξύ των γνώσεων θεωρητικών και πρακτικών  περιλαμβάνεται οπωσδήποτε και η χρήση αυτών των σωλήνων. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το ότι ακόμη και τα μικρά παιδιά μπορούν να αναπτύξουν εγκαταστάσεις δασοπυρόσβεσης με κανάβινες σωλήνες μιας ίντσας και να εκτοξεύσουν νερό σε 18-20μ. Τόσο εύκολη είναι.

Ίσως και αυτό ελπίζουμε,  κάποια από αυτά τα παιδιά στο μέλλον, αντί ως ενήλικες να κοιτάνε τους πυροσβέστες και τους εθελοντές που επιχειρούν και να κάνουν εκ του ασφαλούς αρνητική κριτική, να τους βοηθήσουν ενεργά όπως πρέπει να βοηθάμε όλοι μας όπως ο καθένας μπορεί και να μη τα περιμένουμε όλα από το Κράτος.

Επίλογος

Κλείνοντας αυτή την μικρή ιστορία θεωρώ υποχρέωση και τιμή μου να αναφέρω ότι την έρευνα και την εφαρμογή του συστήματος υιοθέτησαν, ενίσχυσαν και κάλυψαν οι τότε Δ/ντες Δασών Κορινθίας Ευθύμιος Θεοδοσίου και  Παναγιώτης Καδόγλου και οι  τότε Δασάρχες Κορίνθου Βασίλειος Τόλης, Παναγιώτης Αλεξίου και Γεώργιος Κωνσταντινιάς που αμέσως αναγνώρισαν την προσπάθεια, μας βοήθησαν και μας ενθάρρυναν σε ότι χρειαστήκαμε, αποδεχόμενοι την δαπάνη για την προμήθεια βασικών υλικών ενισχύοντας με κάθε τρόπο τις προσπάθειες μας για την βελτίωση των μέσων πυρόσβεσης. Δεν θα ήταν σωστό  να παραλείψω τον φίλο συνάδελφο δασολόγο  Γεώργιο Μπλάνο που από το φθινόπωρο του 1985 που διορίσθηκε στην Δ.Υ. βοήθησε με την γνώμη το φιλότιμο το πείσμα και τις γνώσεις του στις διαρκείς βελτιώσεις της μεθόδου και εκπαίδευσε με πραγματικό ζήλο όπως και όλοι οι συνάδελφοι δασικοί υπάλληλοι όλες τις σειρές εποχιακών οδηγών και δασοπυροσβεστών έως το 1997.

Τίποτε όμως από όλα αυτά πιθανόν να μη είχε συμβεί και τίποτα να μη είχαμε επιτύχει εάν δεν υπήρχαν οι οδηγοί και οι δασοπυροσβέστες του Δασαρχείου Κορίνθου που ως μόνιμοι και πολύ πιο έμπειροι στις πυρκαγιές υπάλληλοι από την πρώτη στιγμή αναγνωρίζοντας αμέσως την χρηστικότητα, την ευκολία και την αποτελεσματικότητα της μεθόδου, μας βοήθησαν άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, διόρθωσαν και εφάρμοσαν κάθε τι καινούργιο χωρίς προκατάληψη, χωρίς δυσπιστία αλλά με θετικό, πρακτικό πνεύμα και αξιοζήλευτο μεράκι όλες αυτές τις εφαρμογές και αυτοί είναι:

Οι οδηγοί Ρήγας Νικόλαος, Παπαντωνίου Νικόλαος, Φωτόπουλος Φώτης, Βασιλείου Βασίλειος, Βαλιμήτης  Νικόλαος, Μπολωνάκος Κωνσταντίνος, Γαλανόπουλος Βασίλειος και
οι Δασοπυροσβέστες Γκότσης Χρήστος, Στέφας Σταμάτης, Παναγόπουλος Βλάσης, Χριστόπουλος Χρήστος, Οικονόμου Νικόλαος, Οικονόμου Γιάννης, Καρσιώτης Θεοδόσιος, Μάρκου Παναγιώτης, Καβέτσος Γιώργος και ο Ξενόπουλος Δημήτριος.

Τους τιμώ και τους ευχαριστώ όλους.

Κάποιοι δεν είναι πια κοντά μας αλλά θα είναι πάντα στο μυαλό και στην καρδιά μας.

Συνημμένα και για την τεκμηρίωση όσων αναφέρθηκαν παρατίθενται όλα τα σχετικά αρχεία που μνημονεύονται.

Καλό καλοκαίρι. Να είστε όλοι καλά και να προσέχετε.

Με μεγάλη εκτίμηση

Παναγιώτης Καλλίρης,
Δασολόγος