Πρέπει να βροντούν και να αστράφτουν οι άμβωνες για την Μακεδονία…
Οι Ορθόδοξοι και αγωνιστές Ιεράρχες ,πραγματικοί πνευματικοί και Άγιοι Πατέρες μπαίνουν μπροστάρηδες στους αγώνες για την Πίστη και την πατρίδα.
Οδηγούν τον λαό με υψηλό φρόνημα χωρίς να φοβούνται να δείξουν τον ορθό της Πίστης δρόμο στο ποίμνιο. Η ελληνική ιστορία βρίθει τέτοιων άξιων Ποιμένων και βοά στους σημερινούς διαδόχους τους το χρέος απέναντι στην Πίστη και το Έθνος.
Αφού βουβοί και άλαλοι είναι οι πολιτικοί, ας λαλήσουν επιτέλους οι άμβωνες….
Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
“Σε θέματα της Πίστεως και της Πατρίδας δεν χωράνε υποχωρήσεις. Πρέπει να είναι κανείς αμετακίνητος, σταθερός” άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης
Στον βιβλίο του αείμνηστου καθηγητή Λεων. Φιλιππίδου, «ο Σμύρνης Χρυσόστομος, ο μεγαλομάρτυρας Μητροπολίτης»-ο Φιλιππίδης διετέλεσε προσωπικώς γραμματέας του εθνοϊερομάρτυρος-διαβάζουμε στην σελ. 35: «Οι τελευταίοι του λόγοι προς τους προτρέποντας αυτόν να φύγει ήταν: ΟΧΙ! Παράδοσις του Έθνους και της Εκκλησίας μας δεν είναι η φυγή εν όψει κινδύνου, αλλ΄ ο αγών μέχρις εσχάτων και η θυσία. Εάν μεν ο εχθρός φεισθή(λυπηθεί) του ποιμνίου μου, ποίος θα το περιθάλψη; Εάν δε σφαγή πως ημπορώ εγώ να επιζήσω; Είτε το ένα είτε το άλλο, η θέσις μου είναι εδώ, μαζί με το ποίμνιό μου». Αυτή είναι απάντηση Ορθοδόξου Ιεράρχη, η οποία υπογράφτηκε με το τίμιο αίμα του.
Χαρακτηριστικό της απηχήσεως που είχε παγκοσμίως το ηρωϊκό φρόνημα και το μαρτύριο του αγίου Χρυσοστόμου είναι το εξής γεγονός:
ο Αρμένιος αρχιεπίσκοπος της Σμύρνης Γεβάντ Τουριάν, που διασώθηκε από τη σφαγή και κατέφυγε στην Αμερική, όταν έφθασε εκεί φονεύθηκε από ομοεθνείς του, γιατί εγκατέλειψε το ποίμνιό του και δεν τήρησε την γενναία στάση του Χρυσοστόμου, του και μακεδονομάχου Επισκόπου Δράμας και μετέπειτα Σμύρνης.
Μεγαλειώδες είναι και το συμβάν κατά την στιγμή της υποχρεωτικής αποχώρησης του Χρυσοστόμου από την Δράμα, στις 30 Αυγούστου του 1907. Πομπή χιλιάδων λαού προστατευτικά-διά τον φόβο των Τούρκων και των Κομιτατζήδων-συνόδευε τον μητροπολίτη μέχρι να επιβιβασθεί στο τραίνο. Τότε ο δημογέροντας Νίκας εν μέσω της συγκινήσεως και για να ανακουφίσει τον πόνο όλων, φώναξε δυνατά:
«-Δέσποτα, μας παρέλαβες λαγούς και μας έκανες λιοντάρια. Μείνε ήσυχος θα γίνει το θέλημά σου».
Αυτό έκαναν οι τότε Ιεράρχες-Εθνάρχες του Μακεδονικού Αγώνα. «Έπιαναν από το αυτί» τους καθημαγμένους Έλληνες της Μακεδονίας, σήκωναν όρθιους τους λαγόκαρδους και τους έκαναν λιοντάρια. Έτσι σώθηκε η Μακεδονία, σώθηκε η Ελλάδα κατά τον αειθαλή λόγο του Ίωνα Δραγούμη.
Σήμερα ακολουθούν οι ταγοί το παράδειγμα του Αρμένιου Αρχιεπισκόπου. Εγκαταλείπουν το ποίμνιο, χειροκροτούν άθεους, φοβούνται τους νεκροθάφτες της πατρίδας πολιτικούς. Ποιοι; ο κλήρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας που ο Ζαμπέλιος την ονομάζει ελληνοσώτειρα. Αντί να βροντούν και να αστράφτουν οι άμβωνες για το θέμα του ονόματος και της επικείμενης προδοσίας, ακούμε «ιερές μουρμούρες» για αυτοσυγκράτηση, χαμηλούς τόνους και λοιπά άνοστα καρυκεύματα του συμβιβασμού και της ευθυγράμμισης με τους μειοδότες. (Και αναφέρομαι ειδικά στον αρχιεπίσκοπο και τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, που απορρίπτουν τα συλλαλητήρια).
Είναι φοβερό αυτό που συμβαίνει!
Γίνονταν, προ καιρού, σεμινάρια για τα βλάσφημα βιβλία-φακέλους των θρησκευτικών, οι σύμβουλοι και παρασύμβουλοι “επιμορφωτές”,-κομισάριοι αναμασούσαν τα φληναφήματα του υπουργείου, σηκωνόμασταν κάποιοι και αποστομώναμε τους εισηγητές και μας αντίκρουαν με το εξής επιχείρημα, το οποίο μας έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση:
«Τι μιλάτε; Η Ιερά Σύνοδος δεν έβγαλε καμμιά ανακοίνωση που να τα καταδικάζει και να ζητά από τους γονείς την επιστροφή τους».
Και έχουν δίκαιο. Όχι μόνο δεν βοηθούν, ο αρχιεπίσκοπος και περί αυτόν επίσκοποι-ευτυχώς 15-20 μητροπολίτες δεν γονάτισαν-αλλά μας θέτουν προσκόμματα, μας προξενούν ζημιά και ακυρώνουν εν πολλοίς τον αγώνα μας για την προάσπιση της Ορθοδοξίας μας. (Καλά συμβουλεύουν κάποιοι να επιστρέφονται τα βιβλία στην Ιερά Σύνοδο...).
Τώρα με το συλλαλητήριο για την Μακεδονία γίνεται το ίδιο. Δεν συμφωνεί ο αρχιεπίσκοπος. Εισέπραξε και τα συγχαρητήρια του κ. Γαβρόγλου. (Τι έλεγαν οι αρχαίοι; «Επαινούμενος γαρ υπό των εναντίων αγωνιώ μη τι κακόν είργασμαι», όταν με επαινούν οι εχθροι, αγωνιώ μήπως κάνω κάτι κακό. Και ευτυχώς πολλοί Επίσκοποι δεν υπακούν).
Δυστυχώς και ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος πήρε γραμμή και μπήκε στη γραμμή διαγράφοντας την μέχρι τώρα γενναία του στάση. (Και γι΄αυτόν έχουν κάτι οι αρχαίοι: «Προς γαρ το τελευταίο εκβάν, έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται», αυτό που πράττεις στο τέλος, καθορίζει και τα προηγούμενα. Στην ιστορία θα μείνει αυτή η τελευταία του στάση. Και ο Νενέκος καπετάνιος ονομαστός ήταν, όμως υπέκυψε στα φλουριά του Ιμπραήμ, κατάντησε προδότης και τον ξέκανε ο Κολοκοτρώνης, γιατί ούτε τα χώματα που πατούσε δεν τον άντεχαν). Και έχουμε τούτη την κρίσιμη εποχή το εξής απαράδεκτο φαινόμενο. Όλος ο λαός- πλήν των απάτριδων και εκκλησιομάχων -να βροντοφωνάζει και να υπερασπίζεται την ιστορία μας και η πνευματική ηγεσία της δύσμοιρης πατρίδος μας να υποσκάπτει τον αγώνα.
Ερωτώ: θα υπακούσουν οι απλοί ιερείς; Στην μια πλευρά της ζυγαριάς είναι η παράδοση του ελληνορθόδοξου κλήρου-«παράδοση είναι η ζωντανή φωνή των κεκοιμημένων»-και στην άλλη η…άψογος στάση του αρχιεπισκόπου.
Να υπενθυμίσω στους ορθοδόξους ιερείς μας τα λόγια του Μυριβήλη, είναι καθρέφτης: «Και σωστά το΄πανε, πως σε πολλές κρίσιμες ώρες το ράσο στάθηκε η εθνική σημαία της Ελλάδας στα χρόνια της σκλαβιάς… Συμπέρασμα αδιάσειστο. Αν υπάρχουμε σήμερα σαν ελληνική φυλή, είναι γιατί κρατηθήκαμε από το άμφιο της θρησκείας μας όλα αυτά τα χρόνια». (ομιλία του 1953, στο βιβλίο «Έλληνορθόδοξη Παράδοση», σελ. 231).
Στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης πρέπει να «κυματίζουν» και οι δύο σημαίες. Και η γαλανόλευκη με τον σταυρό και το ράσο της εκκλησίας μας. Αν λείψει το δεύτερο θα αποτελεί προδοσία…
Θα κλείσω με κάτι που διάβασα στο εξαιρετικό βιβλίο «Γράμματα και Άρματα στον Άθωνα» του Αγιορείτη Επισκόπου Ροδοστόλου Χρυσόστομου. Αναφέρεται στον Μακεδονομάχο, λεβέντη καπετάνιο Γ. Γιαγλή. Θεοσεβής και ευλαβέστατος ο ατρόμητος καπετάνιος, εξέφρασε την ύστατη επιθυμία του να καρεί μοναχός στο Άγιο Όρος, πράγμα που έγινε. Περιγράφει ο συγγραφέας την τελευταία εξομολόγηση του γέροντα καπετάνιου, μοναχού Γαβριήλ πλέον, στον συνονόματο πνευματικό του παπά-Γαβριήλ.
«Περίδακρυς και συντετριμμένος από μετάνοια τον παρακαλούσε: [Ο διάλογος δεν είναι… λογοτεχνικός. Είναι αληθινός και αυθεντικότατος. Τον απεκάλυψε-χρόνια αργότερα- ο Πνευματικός. Μου μεταφέρθηκε από μέλος της συνοδείας του (π.Μελέτιος)].
-Θέλω ν΄ακούσουνε τ΄αφτιά μου τη διαβεβαίωσί σου. Πνευματικέ, για ν΄αναθαρρήση και γλυκάνη η ψυχή μου από ελπίδα πως θα΄δώ πρόσωπο Θεού και Παράδεισο… Δεν σκότωνα για να σκοτώνω. Για την Πατρίδα και τ΄άγια της τόκανα. Με βαραίνει όμως και με πονάει, που στα γιουρούσια, στις μάχες και στο να προστατευθώ και προστατέψω, έκανα έτσι, που «χάθηκαν» κι΄ «άφταιγοι». Τα ξέρεις όλα. Σκληρός ο πόλεμος. Σου «πετρώνει» την καρδιά, σου «θολώνει το μάτι». Είχα, βλέπεις, στο λαιμό μου και την υπακοή μου και ένα σωρό παλικάρια. Αλλά για όλους και τα όλα ήμουν υπεύθυνος εγώ. Πες μου ο Θεός θα με σχωρέση;…
-Ο Χριστός σ΄έχει ήδη σχωρεμένο και μάλιστα τώρα, που στα χέρια σου δεν κρατάς πιστόλι, αλλά τούτο το περίστροφο (κομποσχοίνι), που σώζει. Και για τους «άφταιγους» σε σχωρνάει ο Θεός, γιατί βλέπει τα δάκρυα και τον πόνο της καρδιάς σου. Όσο για τα άλλα σου… άξιος ο μισθός σου γιατί αν δεν ήσουν σύ, η Μακεδονία μας σήμερα θα ήταν Βουλγαρική κι οι συμπατριώτες μας βασανισμένοι, ξέκληροι, μακριά απ΄τις εκκλησίες στις οποίες βαπτίσθηκαν κι΄απ΄τα σπιτικά τους φευγάτοι. Δεν σκότωνες για να σκοτώνης. Επιδρομείς κυνηγούσες και σχέδια πονηρά ματαίωνες. Θεός σχωρές, άξιος ο μισθός σου…».
Τότε η Εκκλησία και οι πνευματικοί της ευλογούσαν τ’ άρματα των αντρειωμένων… Τώρα…”φυγή εν όψει κινδύνου”, από Αθήνα και Θεσσαλονίκη, τις μεγαλύτερες και πολυπληθέστερες μητροπόλεις, όπου θα γίνουν συλλαλητήρια.