Σα. Μάι 4th, 2024

Δείτε το ψηφισθέν σ/ν με τις διατάξεις για βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας

Κοινοποίηση ειδήσεων

Δημοσιεύθηκε το κείμενο του ψηφισθέντος νομοσχεδίου με τίτλο “Κύρωση α) της από 25.09.2019 Π.Ν.Π. “Επείγουσα ρύθμιση για την απαλλαγή από την υποχρέωση απόδοσης του φόρου διαμονής” (Α΄ 142), β) της από 30.09.2019 Π.Ν.Π. “Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας των Υπουργείων Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εσωτερικών, Οικονομικών και Υγείας” (Α΄ 145), γ) της από 04.10.2019 Π.Ν.Π. “Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας” (Α΄ 150) και άλλες διατάξεις” που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει και διατάξεις για βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για ρύθμιση οφειλών με προστασία της πρώτης κατοικίας του Ν.4605/2019.

Πιο συγκεκριμένα το Άρθρο 6 “Τροποποιήσεις του ν. 4605/2019”, αναφέρει:

1. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:

«Την κατ’ άρθρο 72 αίτηση για την προστασία της κύριας κατοικίας δύναται να υποβάλει και ο διαµένων προσωρινά για επαγγελµατικούς λόγους, σε µισθωµένο ή παραχωρηµένο ακίνητο εκτός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία ευρίσκεται η κύρια κατοικία του. Στην περίπτωση αυτή ο αιτών οφείλει να προσκοµίσει έγγραφα που να τεκµηριώνουν την ύπαρξη επαγγελµατικών λόγων που δικαιολογούν την προσωρινή διαµονή του εκτός της Περιφερειακής Ενότητας που ευρίσκεται η κύρια κατοικία του.»

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 68 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται ως ακολούθως:

«2. Με το παρόν Μέρος, το φυσικό πρόσωπο, για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, µπορεί να ρυθµίσει οφειλές του από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύµατα, καθώς και οφειλές του από στεγαστικό δάνειο προς εταιρίες παροχής πιστώσεων και το Ταµείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον για τις οφειλές αυτές έχει εγγραφεί, πριν την άσκηση της αίτησης του άρθρου 72, υποθήκη ή προσηµείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιµοποιείται ως κύρια κατοικία του και οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ηµερών κατά την 31η Δεκεµβρίου 2018.»

3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 70 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται ως ακολούθως:

«Για τον προσδιορισµό του καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75, κρίσιµη είναι η αξία του ιδανικού του µεριδίου και, αν ο αιτών έχει επικαρπία ή ψιλή κυριότητα, το ήµισυ της αξίας της πλήρους κυριότητας. Σε περίπτωση µη συνυποβολής της αίτησης και από τους λοιπούς έχοντες ιδανικό µερίδιο επί της κατοικίας, για τον προσδιορισµό του καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75, λαµβάνεται υπόψη το σύνολο της αξίας της προστατευόµενης κατοικίας, και εφόσον επιτευχθεί συναινετική ή δικαστική ρύθµιση από τον αιτούντα, επέρχονται τα αποτελέσµατα του άρθρου 79 παράγραφος 1 για το σύνολο της προστατευόµενης κατοικίας. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών που ολοκλήρωσε τη ρύθµιση βάσει του άρθρου 81 έχει δικαίωµα αναγωγής κατά των λοιπών συγκυρίων.»

4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:

«Σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων συγκύριων επί της κύριας κατοικίας, υποβάλλεται αίτηση από καθέναν εκ των συγκυρίων. Σε περίπτωση που ένας ή περισσότεροι εκ των συγκυριών δεν πληρούν τα κριτήρια επιλεξιµότητας της παραγράφου 1 του άρθρου 68 ή δεν υποβάλλουν αίτηση για οποιονδήποτε λόγο, για τον προσδιορισµό του καταβλητέου ποσού εφαρµόζεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 70.»

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποείται ως εξής:

«3. Αν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλµατα της αίτησης, τα οποία δεν µπορούν να διορθωθούν µε εισαγωγή των στοιχείων στην ηλεκτρονική πλατφόρµα, µπορεί η αίτηση να διαγραφεί και ακολούθως να επανυποβληθεί. Η προθεσµία επανυποβολής της αίτησης για τη διόρθωση ελλείψεων ή σφαλµάτων, είναι δεκαπέντε (15) ηµέρες από την ενηµέρωση του οφειλέτη από τον πιστωτή, σχετικά µε την αναγκαιότητα διαγραφής και επανυποβολής της, η οποία ενηµέρωση λαµβάνει χώρα εντός προθεσµίας δεκαπέντε (15) ηµερών από την οριστική υποβολή της αίτησης. Μέχρι την επανυποβολή και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν των τριάντα ηµερών από την οριστική υποβολή της αρχικής αίτησης εφαρµόζονται τα οριζόµενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 78.»

6. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται η υποπερίπτωση η) και προστίθεται υποπερίπτωση θ) ως εξής:

«η) Δήλωση του αιτούντος, ότι: αα) δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτησή του κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010 (Α΄ 130) λόγω δόλιας περιέλευσής του σε αδυναµία πληρωµής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, ββ) οι οφειλές, των οποίων ζητεί τη ρύθµιση, δεν έχουν ρυθµιστεί σύµφωνα µε τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007 (Α΄ 153), τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 (Α΄ 246) ή τον ν. 4469/2017 (Α΄ 62), ούτε υπάρχει εκκρεµής αίτηση ρύθµισής τους κατά τις διατάξεις αυτές, γγ) εφόσον έχει συµπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος κατά τη σύνταξη της αίτησης, αναφορά του ονόµατος και του µητρώου του πληρεξούσιου δικηγόρου, χωρίς να είναι αναγκαίο αυτός να προσυπογράφει την αίτηση.

θ) Εφόσον επιθυµεί να συµβληθεί εγγυητής, πλήρη στοιχεία του προτεινόµενου ως εγγυητή (ονοµατεπώνυµο και πατρώνυµο και αριθµό φορολογικού µητρώου). Η διάταξη του προηγούµενου εδαφίου εφαρµόζεται και σε περίπτωση δήλωσης συγκυρίων.»

7. Η παράγραφος 5 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται ως ακολούθως:

«5. Η αίτηση συνυπογράφεται από τον σύζυγο, τα εξαρτώµενα µέλη του αιτούντος ή τους νοµίµους αντιπροσώπους τους και τον τυχόν προτεινόµενο εγγυητή. Σε περίπτωση διακοπής της έγγαµης συµβίωσης, δεν απαιτείται η συνυπογραφή της αίτησης από τον σύζυγο, για δε τα κριτήρια επιλεξιµότητας του άρθρου 68 παράγραφος 1 λαµβάνεται υπόψη το ατοµικό εισόδηµα του αιτούντος, προσαυξηµένο κατά τα ποσά που προβλέπονται για τα εξαρτώµενα µέλη που έχει στην επιµέλειά του ο αιτών. Η διακοπή της έγγαµης συµβίωσης θα πρέπει να έχει δηλωθεί στη Φορολογική Διοίκηση πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 72.»

8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται ως ακολούθως:

«Κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόµατα από τη βάση δεδοµένων της φορολογικής διοίκησης για τον αιτούντα, τη σύζυγο, τα εξαρτώµενα µέλη και τον προτεινόµενο εγγυητή, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα:»

9. Το άρθρο 73 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 73

1. Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρµα, µε ειδική ένδειξη, ενηµερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιµότητά του ή µη. Αν, παρά την ένδειξη για µη επιλεξιµότητα, ο αιτών υποβάλλει οριστικά την αίτησή του, η πλατφόρµα εµποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης.

2. Εάν ο οφειλέτης έχει περιλάβει στην αίτησή του δήλωση ότι για τη σύνταξή της συνέπραξε πληρεξούσιος δικηγόρος και δηλώσει τα στοιχεία αυτού, τότε, ανεξάρτητα εάν η αίτηση υπογράφεται ή µη από πληρεξούσιο δικηγόρο, εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιµος, ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αµοιβής ύψους εκατόν είκοσι (120) ευρώ, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη επί της προς διάσωση κύριας κατοικίας, έναντι νόµιµου παραστατικού. Η αµοιβή αυτή καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθµιση δανείου.»

10. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Σε περίπτωση ύπαρξης πολλών συγκυρίων, η αίτηση µε τα συνοδευτικά έγγραφα προωθείται στους πιστωτές µετά τη συνυποβολή όλων, µε την επιφύλαξη του αµέσως επόµενου εδαφίου. Στην περίπτωση αυτή, υπάρχει σχετική ένδειξη στην πλατφόρµα, αναφορικά µε τους συγκυρίους που τη συνυποβάλλουν και ενηµερώνεται σε περίπτωση µη συνυποβολής ενός η περισσοτέρων για οποιονδήποτε λόγο.»

11. Η παράγραφος 2 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), τροποποιείται ως εξής:

«2. Μέσα σε έναν µήνα από την κοινοποίηση της αίτησης να υποβάλει ή σε δύο µήνες, σε περίπτωση συνυποβολής της αίτησης από συγκυρίους, κάθε πιστωτής µπορεί να υποβάλει πρόταση για ρύθµιση της απαίτησής του σύµφωνα µε τους όρους του άρθρου 75. Αν ο πιστωτής αρνηθεί την υποβολή πρότασης, ισχυριζόµενος ότι ο αιτών είναι µη επιλέξιµος, προσδιορίζει τον λόγο της µη επιλεξιµότητας και µεταφορτώνει το σχετικό αποδεικτικό έγγραφο, αν αυτό υπάρχει. Αν ο πιστωτής δεν αποδέχεται το πρόσωπο του προταθέντος εγγυητή, θα πρέπει να καταχωρήσει τον λόγο αυτόν στην πλατφόρµα το αργότερο εντός της προθεσµίας του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή ο αιτών µπορεί να προτείνει νέο εγγυητή µόνο µία φορά, ενώ δε, ο πιστωτής υποβάλλει την πρόταση για τη ρύθµιση της απαίτησής του εντός συνολικής προθεσµίας δύο µηνών από την κοινοποίηση της αίτησης.»

12. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Οι έννοµες συνέπειες των οριζοµένων στην παρούσα παράγραφο επεκτείνονται αυτοδίκαια και στον συµβαλλόµενο κατά το άρθρο 75 παράγραφος 2 του παρόντος νόµου εγγυητή.»

13. Η παράγραφος 11 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52) τροποποιείται ως εξής:

«11. Κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η εκπροσώπηση του αιτούντα ή κάθε συµµετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική. Εάν ο αιτών έχει δηλώσει στην αίτησή του ότι στη διαδικασία έχει συµπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος, και επιτευχθεί ρύθµιση, η πιστώτρια Τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη προκαταβάλλει ως ελάχιστη δικηγορική αµοιβή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος το ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ, έναντι νόµιµου παραστατικού. Η αµοιβή αυτή καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθµιση δανείου.»

14. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 75 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Εάν ο επιτοκιακός δείκτης του πρώτου εδαφίου είναι αρνητικός, για τον προσδιορισµό του επιτοκίου λαµβάνεται µηδενική τιµή.»

15. Η παράγραφος 3 του άρθρου 76 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52) τροποποιείται ως εξής:

«3. Για να συνεισφέρει το Δηµόσιο, πρέπει να ρυθµιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθµισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 68 και το συµφωνηθέν σχέδιο ρύθµισης να είναι σύµφωνο µε το άρθρο 75, εκτός εάν ρυθµίζονται ταυτόχρονα οφειλές συγκυρίων που είναι και συνοφειλέτες στην ίδια οφειλή, οπότε δύναται να προτείνεται ρύθµιση µικρότερη από το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της πρώτης κατοικίας, έτσι ώστε να ισούται µε το συνολικό ποσό της οφειλής.»

16. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δηµοσίευσή τους στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαµβάνει και τις εκκρεµείς, κατά την ηµεροµηνία της δηµοσίευσης, αιτήσεις.

Δείτε το κείμενο του ψηφισθέντος νομοσχεδίου εδώ.

www.e-forologia.gr